Η ΕΚΤΡΟΠΗ ΤΟΥ ΑΧΕΛΩΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΦΡΑΓΜΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΕΛΕΜΗ (ΔΥΟ ΟΨΕΙΣ ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ ΝΟΜΙΣΜΑΤΟΣ: ΤΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ) ΜΕΡΟΣ 1. Ομοιότητες δύο μεγάλων σύνθετων υδραυλικών έργων: Κατά του έργου εκτροπής του Αχελώου τάχθηκαν από το 1994: Η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία για την προστασία του περιβάλλοντος και της πολιτιστικής κληρονομιάς και η Ελληνική Εταιρεία προστασίας της φύσης που είναι σωματεία, καθώς και το Παγκόσμιο Ταμείο για τη Φύση και η Νέα Οικολογία που αποτελούν αστικές εταιρείες οι οποίες έχουν αποκτήσει νομική προσωπικότητα και με έννομο συμφέρον ασκούν τις κρινόμενες αιτήσεις ισχυριζόμενοι ότι τα έργα εκτροπής του Αχελώου, συνεπάγονται καταστροφή σημαντικών οικοσυστημάτων και υποβάθμιση του περιβάλλοντος δεδομένου ότι, όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα στοιχεία και καταστατικά έχουν σκοπό την προστασία του περιβάλλοντος. ΑΧΕΛΩΟΣ: Ο Αχελώος δεν είναι ένας τυχαίος ποταμός. Η έκταση και η σημασία του ως υδάτινου πόρου για μια γεωγραφική περιοχή χωρίς επαρκή ύδατα και η γεωπολιτική του σημασία οδήγησαν σε σύγκρουση την πολιτεία με οικολογικές οργανώσεις. Ο Αχελώος αποτελεί το στοιχείο εκείνο που ενοποιεί την κυρίως Ελλάδα και έχει μήκος 280 χλμ. Πηγάζει από το όρος Λάκμος κοντά στο Μέτσοβο και διασχίζει τον ορεινό όγκο της Νότιας Πίνδου που καλύπτεται από δάση κωνοφόρων και οξιάς στις υψηλές ζώνες και δάση βελανιδιάς και μεσογειακής μακίας στα χαμηλότερα ενώ η κοίτη περιβάλλεται από πυκνή παρόχθια βλάστηση. Εισέρχεται στο νομό Αιτωλοακαρνανίας από το δυτικό άκρο της ορεινής Θεσσαλίας, καθορίζει τα σύνορα του νομού με την Ευρυτανία, διαρρέει ολόκληρο το νομό Αιτωλοακαρνανίας και αφού δέχεται τα νερά των παραποτάμων του Μέγδοβα, Αγραφιώτη, Μπιζάκου, χύνεται τέλος στο Ιόνιο πέλαγος. Ο Αχελώος απέκτησε ιδιαίτερη σημασία για τη σύγχρονη Ελλάδα καθώς, ως υδάτινος πόρος, συνέτεινε στην εξέλιξη νομικών αντιλήψεων στη χώρα, στη δημιουργία ρευμάτων σκέψης και εντόνων αντιθέσεων, δεδομένου ότι το ζήτημα της εκτροπής του απασχόλησε την πολιτική πρακτική της περιόδου 1980 –2000 με ιδιαίτερη ένταση. Ο Αχελώος απασχόλησε τη νομολογία του Συμβουλίου Επικρατείας κατΆ επανάληψη. Θα μπορούσε δηλαδή να μιλήσει κανείς για τις «δίκες του Αχελώου» και μέσα από αυτές να επιχειρήσει να συναγάγει κάποια ουσιαστικά συμπεράσματα και για το δικό μας «Φράγμα του Αποσελέμη», με τη διαφορά ότι ο δικός μας ποταμός απασχολεί των ευρύτερη περιοχή του Λασιθίου μισό αιώνα, ενώ υδρολογικά όλη την ανατολική Κρήτη από το τέλος της δεκαετίας του 1960. Σήμερα τα κύρια έργα που σχεδιάζονται εκεί είναι: α. Έργα προσαγωγής των νερών του οροπεδίου Λασιθίου στον ταμιευτήρα του Αποσελέμη. β) Το φράγμα και τον ταμιευτήρα Αποσελέμη και τα συναφή έργα, γ) Τον αγωγό μεταφοράς νερού από το φράγμα μέχρι την εγκατάσταση καθαρισμού νερού, δ)Την εγκατάσταση καθαρισμού και διύλιση του νερού, ε) τον κύριο αγωγό μεταφοράς νερού από την εγκατάσταση καθαρισμού στο Ηράκλειο, στ) Τον κύριο αγωγό μεταφοράς νερού από την εγκατάσταση καθαρισμού μέχρι τον άγιο Νικόλαο. ζ) Τα έργα ενισχύσεως ταμιευτήρα Αποσελέμη από το οροπέδιο Λασιθίου: 1)Έργα απομονώσεως καταβόθρων (περιοχή Χώνος) και διευθέτηση προσαγωγών τάφρων προς την σήραγγα εκτροπής. 2) Έργα εισόδου σήραγγας εκτροπής. Οι κρινόμενες αιτήσεις για τον Αχελώο ισχυρίζονται ότι τα έργα τα οποία αφορούν οι προσβαλλόμενες πράξεις συνεπάγονται καταστροφή σημαντικών οικοσυστημάτων και υποβάθμιση του περιβάλλοντος και το ζήτημα της ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων, τη διατήρηση της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς λόγω του ιστορικού, αρχαιολογικού, καλλιτεχνικού, επιστημονικού, κοινωνικού ενδιαφέροντος. Η πρώτη απόφαση του «Αχελώου» είναι η διάσημη πλέον ΣτΕ 2759 /1994 (Ε΄τμήμα) με την οποία ακυρώθηκε υπουργική απόφαση εκτίμησης περιβαλλοντικών όρων για την κατασκευή και λειτουργία αφενός σήραγκας 18,5 χλμ. Για την διοχέτευση υδάτων του Αχελώου ποταμού στη Θεσσαλία και αφετέρου φραγμάτων και των αντιστοίχων ταμιευτήρων ύδατος, καθώς και άλλων συναφών έργων στις θέσεις Πύλη και Μουζούκι που βρίσκονται στου νομούς Τρικάλων και Καρδίτσας αντίστοιχα. Η απόφαση αυτή προέβη σε ερμηνεία του άρθρου 24 Σ. με βάση την αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης και των αρχών της «σφαιρικότητας» και της «πρόληψης», κρίνοντας ότι το Σύνταγμα καθιερώνει την υποχρέωση να προηγείται κάθε έργου ή σειράς έργων που συγκροτούν το σύνολο της εκάστοτε επιχειρούμενης παρέμβασης στον περιβάλλοντα χώρο και από τη φύση τους επηρεάζουν το φυσικό ή ανθρωπογενές περιβάλλον, η σύνταξη ενιαίας μελέτης για τις προσδοκώμενες περιβαλλοντικές επιπτώσεις που είναι υποχρεωτική σύμφωνα με την αρχή της σφαιρικότητας ώστε να αποφευχθεί η βλάβη ή υποβάθμισή του. Η υποχρέωση αυτή δεν μπορεί να υποκατασταθεί αναπληρωθεί από μερικότερες αποσπασματικές μελέτες επί μέρους έργων. Μελέτες οι οποίες δεν αντιμετωπίζουν ενιαία το σύνολο των επιχειρούμενων παρεμβάσεων που αποβλέπουν στην εξυπηρέτηση συγκεκριμένου στόχου και αποτελούν τις συνιστώσες του, όσο και τις τυχόν βλάβες, αλλοιώσεις ή υποβαθμίσεις του περιβάλλοντος, δεν κρίνονται ως επαρκείς. Η νομολογία αυτή εκφράζει το συντονισμό των κανόνων του Συντάγματος, των διεθνών συνθηκών και, ιδίως του κοινοτικού δικαίου με έμφαση στην εφαρμογή της οδηγίας 85/337/ ΕΟΚ, που έτυχε πλήρους θεωρητικής αποδοχής στην περίοδο έναρξης της και χαιρετίστηκε από τη θεωρία με τρόπο συχνά ιδιαίτερα φορτισμένο. Περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη σημαντική απόφαση της περιόδου εκείνης, η πρώτη απόφαση του Αχελώου, εξ αφορμής και του γεγονότος ότι ήταν ακυρωτική, συνέτεινε στη σύγκρουση της εκτελεστικής και της δικαστικής εξουσίας για ζητήματα περιβάλλοντος, ανέδειξε ένα ολόκληρο θεωρητικό ζήτημα και την επικαιρότητά του και υπήρξε τομή για την εξέλιξη της συνολικής νομολογίας της προστασίας του περιβάλλοντος. Ας δούμε όμως περιληπτικά το σκεπτικό του συμβουλίου επικρατείας με αριθμό ΣτΕ 2579 /1994 (Ε΄τμήμα) με την οποία ακυρώθηκε η υπουργική απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων του έργου: «Επειδή, κατά το άρθρο 24 του Συντάγματος, η Πολιτεία έχει υποχρέωση να προστατεύσει το φυσικό περιβάλλον και να λαμβάνει ιδιαίτερα προληπτικά και κατασταλτικά μέτρα για τη διαφύλαξή του. Με τη συνταγματική αυτή διάταξη θεσπίζεται η θεμελιώδης αρχή της πρόληψης της βλάβης του φυσικού περιβάλλοντος χάριν της οικολογικής ισορροπίας και της διατήρησης αυτού και των πόρων προς όφελος όχι μόνο της παρούσας γενεάς αλλά και των επόμενων. Επομένως, από την ίδια διάταξη απορρέουν οι περιορισμοί εκείνοι στην αναπτυξιακή πολιτική τη πολιτείας που είναι αναγκαίοι για την πρόληψη της βλάβης του φυσικού περιβάλλοντος, σε τρόπο ώστε όχι κάθε ανάπτυξη, αλλά μόνον η βιώσιμη, δηλαδή εκείνη που δεν επιφέρει βλάβη στο περιβάλλον και άρα είναι διατηρήσιμη και όχι πρόσκαιρη, να είναι επιτρεπτή από το Σύνταγμα. Ειδικότερα, ναι μεν η κατασκευή δημοσίων έργων μπορεί να αποτελεί μέρος αναπτυξιακών προγραμμάτων, πλην, έχοντας άμεση επίδραση στο φυσικό περιβάλλον, μπορεί να αποτελεί επίσης, μέγιστο κίνδυνο σοβαρής αλλοίωσης ή ακόμη και ανεπανόρθωτης κατασκευής αυτού, αν δεν γίνεται με περίσκεψη και πλήρη επιστημονική μελέτη όλων των επιπτώσεων της στο περιβάλλον, οπότε και μόνον είναι επιτρεπτή. Επειδή επίσης από όσα αναφέρονται στις Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, συνάγεται ότι το εγχείρημα της εκτροπής μέρους των υδάτων του Αχελώου ποταμού προς το Θεσσαλικό κάμπο αποτελεί σύνθετο και μάλιστα πολύπλοκο τεχνικό έργο μεγάλης κλίμακας και έχει επιπτώσεις που μπορούν να προκαλέσουν σοβαρή και ανεπανόρθωτη βλάβη στο φυσικό περιβάλλον. Είναι δε πρόδηλο ότι η συνολική επίδρασή του στο φυσικό περιβάλλον των επηρεαζόμενων περιοχών δεν ισούται προς το άθροισμα των τοπικώς μόνο εκτιμώμενων συνεπειών των επί μέρους τεχνικών έργων που απαιτούνται για την πραγματοποίησή του, αλλά είναι πολλαπλάσιο τούτου λόγω του δυναμικού και μη γραμμικού χαρακτήρα των εντεύθεν διαταρασσομένων και σε αλληλεπίδραση τελούντων φυσικών και ανθρωπογενών οικοσυστημάτων. Κατά συνέπεια για την καταγραφή και αξιολόγηση των επιπτώσεων του εγχειρήματος αυτού δεν αρκεί η σύνταξη μελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων για καθένα από τα προγραμματιζόμενα επιμέρους τεχνικά έργα, αλλά είναι αναγκαία η σύνταξη, κατά τη διαδικασία που θεσπίζεται με τις διατάξεις αυτές, συνολικής μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων στην οποία με την κατάλληλη επιστημονική μέθοδο θα συσχετίζονται και θα συνεκτιμώνται οι προεκτεθείσες επί μέρους συνέπειες καθώς οι εντεύθεν απώτερες συνέπειες για το περιβάλλον προς εξεύρεση και αξιολόγηση της συνολικής επίδρασης του έργου στο περιβάλλον από την αλλοίωση του υδρολογικού ισοζυγίου. Μόνο με τέτοια συνθετική μελέτη θα καταστεί δυνατό να διαγνωστούν σε όλη τους την έκταση οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις της εκτροπής και ενόψει αυτών αφενός μεν να κριθεί αν είναι καν επιτρεπτή η εκτέλεση του έργου ή αν τούτο αποκλείεται λόγω βλάβης του περιβάλλοντος αφετέρου δε να εκτιμηθεί η αναγκαιότητα του έργου στο πλαίσιο και της αναμενόμενης μορφής ανάπτυξης της ευρύτερης περιοχής και να αξιολογηθούν πλήρως τα μνημονευόμενα στην παρ. 1 του άρθρου 5 Ν. 1650/86 στοιχεία και κριτήρια, μέσω των οποίων ελέγχεται και η τήρηση των επιταγών που απορρέουν από το άρθρο 24 παρ. 1 του Συντάγματος κατά τα διαλαμβανόμενα σε προηγούμενη απόφαση καθώς επίσης, και να προσδιοριστούν οι περιοχές, στις οποίες, στις οποίες επέρχονται συνέπειες από το παραπάνω εγχείρημα και, κατΆ επέκταση οι νομοί, για τους οποίους απαιτείται να τηρηθεί η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 5 της απόφασης 75308/5512/25-10-1990.» Οι ομοιότητες μεταξύ των δύο υδραυλικών έργων πέρα του ότι είναι οφθαλμοφανείς, μπορούν να καταγραφούν όμως περιληπτικά όπως: 1. Πρόκειται και στις δύο περιπτώσεις για μεγάλης κλίμακας σύνθετα έργα για εκτροπή και αποθήκευση μεγάλων ποσοτήτων νερού. 2. Και στις δύο περιπτώσεις οι επιπτώσεις στο περιβάλλον είναι μη ανατρέψιμες και καταστροφικές για τα οικοσυστήματα και τους οικισμούς 3. Περιβαλλοντικά, δεν αξιολογούνται οι επιπτώσεις με την αρχή της σφαιρικότητας, αλλά τμηματικά με αποτέλεσμα να μην αντιμετωπίζονται με μια ενιαία Μ. Π. Ε στην οποία θα συσχετίζονται και θα συνεκτιμώνται οι επί μέρους επιπτώσεις για το περιβάλλον προς εξεύρεση και αξιολόγηση της συνολικής επίδρασης των έργων στο περιβάλλον από την αλλοίωση του υδρολογικού ισοζυγίου κ. α. Για τους λόγους αυτούς ακυρώθηκε με την απόφαση Σ.τ.Ε. (2759/1994), αποτελώντας έτσι δεδικασμένο και για το Φράγμα του Αποσελέμη. Ακολούθησαν όμως και άλλες δύο δίκες για τις οποίες θα αναφερθούμε στη συνέχεια. ΜΕΡΟΣ 2. Ακύρωση των προβαλλομένων πράξεων της εκτροπής του Αχελώου για πολιτιστικούς λόγους και ανυπαρξίας εναλλακτικών λύσεων με την απόφαση ΣτΕ. Ολ. 3478/2000 (Οι ομοιότητες της εκτροπής του Αχελώου με την κατασκευή του φράγματος Αποσελέμη τονίζονται στο κείμενο με κόκκινη γραφή). Με την απόφαση ΣτΕ Ολ.3478/2000 το Συμβούλιο Επικρατείας επιλήφθηκε αιτήσεων ακύρωσης περιβαλλοντικών ενώσεων στρεφομένων κατά ΚΥΑ με την οποία εγκρίθηκαν οι περιβαλλοντικοί όροι για την κατασκευή και λειτουργία έργων μερική εκτροπής του Αχελώου ποταμού προς την Θεσσαλία και συγκεκριμένα: α. του φράγματος, ταμιευτήρα και υδροηλεκτρικού σταθμού στην περιοχή Μεσοχώρα, β. σήραγγας μήκους 7.400 μ. από Μεσοχώρα έως τη περιοχή Γλύστρα, γ. φράγματος, ταμιευτήρα και υδροηλεκτρικού σταθμού στην περιοχή Συκιάς, δ. σήραγγας εκτροπής του ποταμού προς τη Θεσσαλία μήκους 17/400 χλμ και υδροηλεκτρικού σταθμού στην περιοχή Μαυροματίου Ν. Καρδίτσας. Οι αιτούντες στρέφονται εξάλλου με χωριστή αίτηση ακύρωσης και κατά του Υπουργού Πολιτισμού. Η απόφαση τελικώς ακύρωσε τις προσβαλλόμενες πράξεις διότι υπήρξε παράλειψη αξιολόγησης σε σχέση με τη Σύμβαση της Γρανάδας τα πολιτιστικά στοιχεία που βρίσκονται στη περιοχή Συκιάς και να εξετασθούν οι εναλλακτικές για την εκτέλεση των τεχνικών έργων της περιοχής αυτής. Ο ναός του αγίου Γεωργίου Μυοφύλλου της περιοχής Τρικάλων, λόγω της θέσης του και της αξίας του ως μνημείου, αλλά και λόγω των άλλων μνημείων της περιοχής, θεωρήθηκε ότι όφειλε να υπαχθούν στο εξειδικευμένο καθεστώς της Γρανάδας (για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς). Για το λόγο αυτό ακυρώθηκαν οι προσβαλλόμενες αποφάσεις, επιτρέποντας στη Διοίκηση να επανέλθει άμεσα με νεώτερη στάθμη σε σχέση με τα μνημεία αυτά, αφού εξετάσει εναλλακτικές λύσεις, και επανεκδώσει τις προσβαλλόμενες. Αξιοσημείωτη είναι επίσης η θέση του ΣτΕ σε σχέση με την παράβαση των οδηγιών 79/409/ΕΟΚ και 92/43/ΕΟΚ για την υπαγωγή στο ευρωπαϊκό οικολογικό δίκτυο NATURA 2000, σύμφωνα με την οποία τότε δεν στοιχειοθετήθηκε παράβαση τους, αφού η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε πριν ολοκληρωθεί η κατάρτιση του καταλόγου των προστατευομένων περιοχών με με σχετική απόφαση της Επιτροπής, αλλά και πριν ακόμη την υποβολή της σχετικής πρότασης της Ελλάδας. Η θέση αυτή του ΣτΕ δεν βρίσκεται σε αρμονία με την πρόσφατη νομολογία για τις επιτρεπόμενες χρήσεις σε περιοχές NATURA. Στην απόφαση αυτή γίνεται ευθέως μνεία στη νομολογία του 1994 (πρώτη δίκη) και στον κύριο λόγο της ακύρωσης της τότε προσβαλλομένης, δηλαδή στην μη ύπαρξη συνθετικής μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου, η οποία να καλύπτει το σύνολο των έργων που απαιτούνται για την πραγματοποίηση του εγχειρήματος της εκτροπής του ποταμού, ώστε να καταστεί δυνατή η εκτίμηση της συνολικής επίδρασης στο περιβάλλον από την αλλοίωση του υδρολογικού ισοζυγίου μεταξύ Δυτικής Ελλάδος και Θεσσαλίας και να εκτιμηθούν σε όλη τους την έκταση οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις της εκτροπής. Με τον τρόπο αυτό, το Δικαστήριο, επιχείρησε να αναδείξει τη συνέχεια και την συμμόρφωση της διοίκησης στις επιταγές της νομολογίας με την σύνταξη ενιαίας ΜΠΕ για το σύνολο των έργων της εκτροπής. Η απόφαση στοχεύει συνεπώς να καταδείξει ότι επιτεύχθηκε ο στόχος της νομολογίας του 1994 και να ορίσει το ιστορικό της πέρας. Αμέσως μετά την διαπίστωση αυτή, το Δικαστήριο επαναλαμβάνει τη θέση που είχε διατυπώσει με αφορμή τη γνωστή υπόθεση για το Ζαγάνι του αεροδρομίου των Σπάτων σταθμίζοντας μεταξύ των ρυθμίσεων του άρθρου 24 Σ και 196 και 22 παρ.1. Σ. με τρόπο ώστε η προστασία του περιβάλλοντος να συμπορεύεται με σταθμίσεις γενικότερου δημοσίου συμφέροντος ώστε να εξασφαλίσει η βιώσιμη ανάπτυξη, χωρίς όμως να παρεμποδίζεται η εκτέλεση μεγάλων τεχνικών έργων απαραίτητων για την εθνική άμυνα ή την εθνική οικονομία και που ικανοποιούν ζωτικές ανάγκες του κοινωνικού συνόλου σε εξαιρετικές περιπτώσεις. εφόσον διαπιστωθεί ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση Η ίδια απόφαση χάραξε τα όρια του ακυρωτικού ελέγχου για την εφαρμογή της αρχής της βιώσιμης ανάπτυξης oρίζοντας ότι : “Η ευθεία αξιολόγηση από μέρους του δικαστή των συνεπειών ορισμένου έργου ή δραστηριότητας και η κρίση αν η πραγματοποίησή του αντίκειται στην αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης εξέρχονται των ορίων του ακυρωτικού ελέγχου διότι προυοποθέτουν διαπίστωση πραγματικών καταστάσεων, διερεύνηση τεχνικών θεμάτων, ουσιαστικές εκτιμήσεις και στάθμιση στηριζόμενη στις εκτιμήσεις αυτές. Κατ΄ ακολουθία, παράβαση της αρχής της βιώσιμης ανάπτυξης μπορεί να ελεγχθεί ευθέως από τον ακυρωτικό δικαστή μόνον αν από τα στοιχεία της δικογραφίας και με βάση τα διδάγματα της κοινής πείρας προκύπτει ότι η προκαλούμενη από το έργο ή τη δραστηριότητας βλάβη για το περιβάλλον είναι μη επανορθώσιμη και έχει τέτοια έκταση και συνέπειες ώστε προδήλως να αντιστρατεύεται την παραπάνω συνταγματική αρχή». Ας δούμε όμως τα δεδομένα που προκύπτουν από τα στοιχεία της δικογραφίας, αν το συγκεκριμένο έργο εναρμονίζεται προς τις συνταγματικές επιταγές της προστασίας του περιβάλλοντος: «Συγκεκριμένα, στη μελέτη αυτή αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι με την πλήρωση των ταμιευτήρων Μεσοχώρας και Συκιάς, οι οποίοι, στην ανώτατη στάθμη λειτουργίας τους έχουν, αντιστοίχως επιφάνεια 7.880 τ.μ και 12800 τ.μ. με αντίστοιχα συνολικό μήκος ακτογραμμής 60 χιλιομέτρων κα 90 χιλιομέτρων, το ποταμοκοιλαδικό τοπίο θα μεταβληθεί σε λιμναίο κα λόγω της αισθητικής αξίας της περιοχής θα επέλθει θα επέλθει σοβαρή τοπιολογική διαταραχή, θα αλλοιωθεί σημαντικά η χωρική και χρονική δίαιτα των επιφανειακών υδάτων στη Νότια Πίνδο και, σε κάποιο βαθμό, κατά μήκος της ροής του Αχελώου με αποτέλεσμα να επέλθει σοβαρή διαταραχή στην ισορροπία τω παρόχθιων συστημάτων, λόγω της ανάσχεσης των φυσικών πλημμυρικών απορροών, αν μεταβληθούν οι διαμορφωμένες ισορροπίες κατάντη των φραγμάτων, να αυξηθεί η διαβρωτική δράση του ύδατος και να υποστεί σοβαρές επιπτώσεις το οικοσύστημα του ποταμού κατάντι του φράγματος Συκιάς και έως τον υφιστάμενο ταμιευτήρα Κρεμαστών λόγω του ότι η λειτουργία του Υδροηλεκτρικού σταθμού Συκιάς, θα έχει ως συνέπεια να καταστεί η ροή των υδάτων εντόνως κυμαινόμενη. Από την ίδια μελέτη προκύπτει ακόμη ότι με την πλήρωση του ταμιευτήρα Μεσοχώρας θα κατακλυσθεί επίσης τμήμα 250 στρεμμάτων κατοικημένης περιοχής ενώ στο ταμιευτήρα Συκιάς θα κατακλυσθεί επίσης τμήμα οικισμού, έκτασης 25 στρεμμάτων, εκκλησίες, ερείπια μοναστηριών, τοξωτά γεφύρια καθώς και η μονή Αγίου Γεωργίου Μυροφύλλου που έχει χαρακτηριστεί διατηρητέο μνημείο και, όπως αναφέρεται στη μελέτη, αποτελεί ιστορικό, αρχαιολογικό και αρχιτεκτονικό μνημείο μεγάλης αξίας ….» Επειδή παρά το ότι η πλημμέλεια της μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων, για την οποία γίνεται λόγος στο προηγούμενο σκεπτικό, εντοπίζονται στην παράλειψη να αξιολογηθούν σε σχέση με την σύμβαση της Γρενάδας τα πολιτιστικά στοιχεία που βρίσκονται στη περιοχή της Συκιάς και να εξεταστούν εναλλακτικές λύσεις για την εκτέλεση των τεχνικών έργων της περιοχής αυτής, οι προσβαλλόμενες πράξεις, οι οποίες στηρίζονται στην παραπάνω μελέτη είναι ακυρωτέες στο σύνολό τους. Και τούτο διότι, η παράληψη αυτή αναφέρεται σε ζήτημα κρίσιμο για την επιλογή της τελικής θέσης των επίμαχων έργων και τον καθορισμό του μεγέθους και του τρόπου κατασκευής και λειτουργίας τους και, κατ΄ ακολουθία, για το συνολικό σχεδιασμό των έργων που απαιτούνται για την πραγματοποίηση της μερικής εκτροπής των υδάτων του Αχελώου ποταμού προς τη Θεσσαλία. Πρέπει, λοιπόν, να γίνουν δεκτές οι κρινόμενες αιτήσεις για τους παραπάνω λόγους, που βασίμως προβάλλονται με τις αιτήσεις αυτές, να απορριφθούν οι παρεμβάσεις και να ακυρωθούν, οι παραδεκτώς προσβαλλόμενες πράξεις, αποβαίνει δε αλυσιτελής η έρευνα των λοιπών προβαλλομένων λόγων ακύρωσης. (Δέχεται τις αιτήσεις) Είναι αμφίβολο αν η συνολική εκτροπή του ποταμού θα ολοκληρωθεί και να ναι, ποιοι θα είναι οι σκοποί τους οποίους τους οποίους η εκτροπή αυτή θα επιτελέσει. Η αβεβαιότητα αυτή εντείνεται από το γεγονός ότι με την πάροδο των δεκαετιών μεταβάλλονται οι οικονομικές και γεωπολιτικές συνθήκες, η Ελλάδα είναι και λιγότερο γεωργική χώρα και η φύση και ο ρόλος της στο χάρτη της περιοχής είναι πλέον υπο επανεξέταση. Τα βέβαιο είναι πως μετά το πέρας τηρήσεως των προσχημάτων έναντι της κοινοτικής νομιμότητας,η Ελλάδα περνά στην περίοδο στην περίοδο ισορροπιών, στο πλαίσιο των οποίων, θα πρέπει να συγκεράσει την ιδεολογία και την πράξη, την εθνική πολιτική και το άνοιγμα στις διεθνείς αγορές, την προστασία των υδάτινων πόρων και την εκτροπή μεγάλων ποταμών. Ο Αχελώος και η εκτροπή του μας δίδει τα στοιχεία εκείνα που χρειάζονται για να προσεγγίσουμε την Ελλάδα που οικοδομείται, και ίσως όσο μένει χρόνος μέχρι την επόμενη αίτηση ακύρωσης, σχηματίζουμε ένα όραμα συνεκτικό και ουσιώδες. Θα πρέπει να θεωρούμε πάντως ότι οι δίκες του Αχελώου συνετέλεσαν στην αναθεώρηση του Συντάγματος υπο το πρίσμα του οποίου θα εξετασθεί κατά πάσα πιθανότητα η δίκη του ποταμού. Το περιβάλλον αποτέλεσε τα τελευταία χρόνια το μεγάλο άλλοθι σημαντικών κοινωνικών συμβιβασμών. Για το σκοπό αυτό έτυχε του θερμού εναγκαλισμού της άρχουσας παγκόσμιας ιδεολογίας και υιοθετήθηκε ως αυτονόητο δόγμα από την εξουσία. Το άνοιγμα στην παγκόσμια οικονομία των αγορών έθεσε το ζήτημα του σχηματισμού μιας κοινής πεποίθησης για τον κόσμο. Η εκτροπή του Αχελώου συνιστά πράξη με ιστορικό νόημα και γεωπολιτική σημασία. Η απόφαση γι ΅ αυτήν δεν μπορεί παρά να ληφθεί με συναίνεση του συνόλου των φορέων που εμπλέκονται, είτε είναι η Ε.Ε η οποία χρηματοδοτεί, είτε η πολιτική εξουσία που εκφράζει τα τοπικά και εθνικά συμφέροντα, είτε οι φορείς της παγκόσμιας οικονομίας, οι ιδιωτικές εταιρείες που με την ισχύ τους επιδιώκουν την ικανοποίηση των συμφερόντων τους, είτε τέλος οι φορείς της σύγχρονης κοινωνίας πολιτών, οι μη κυβερνητικές οργανώσεις που πυροδοτούν τις συγκρούσεις με τις ενέργειες τους δικαστικές ή μη. Είναι φανερό ότι η συναίνεση αυτή, δεν έχει δημιουργηθεί προς το παρόν και για το λόγο αυτό δημιουργούνται διαφορές και σε άλλες περιοχές, αλλά στο πεδίο δικαστηριακής σύγκρουσης. ΜΑΝΟΛΗΣ ΒΟΥΤΥΡΑΚΗΣ ΦΥΣΙΚΟΣ ΠΕΡΙΒ/ΓΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ Σ.Π.Α.Π.Ε.Κ.Ε.ΕΚ. . ecocrete.gr . |