ΤΟ ΠΕΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΠΕΤΑΛΟΥΔΑΣ ΚΑΙ Η ΣΥΣΤΗΜΙΚΉ ΕΠΙΣΤΗΜΗ |
|
|
ΑΡΧΕΙΟ ΑΡΘΡΩΝ -
Απόψεις
|
Μανόλης Βουτυράκης
,
Σάββατο, 10 Ιανουάριος 2009
|
1) Η πολυπλοκότητα των συστημάτων.
Εδώ και χρόνια, για τις επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης, υπάρχει το παροιμιακό ρητό: «το πέταγμα μιας πεταλούδας στη Κίνα μπορεί να προκαλέσει τυφώνα στην Αμερική» και αν αυτό μπορεί να κάνει μια αθώα κινέζικη πεταλουδίτσα, μπορείτε να φαντασθείτε τι έκανε η Αμερική στον υπόλοιπο κόσμο με την κατάρρευση της οικονομίας της. Το φαινόμενο αυτό είναι μια ποιητική μεταφορά, στη θεωρία του χάους και αναφέρεται στην ευαίσθητη εξάρτηση ενός συστήματος από τις αρχικές συνθήκες. Διαφορετικές παραλλαγές του φαινομένου αυτού, εκφράζουν ουσιαστικά την ίδια ιδέα: μια απειροελάχιστη μεταβολή στη ροή των γεγονότων οδηγεί, μετά από την πάροδο αρκετού χρόνου, σε μια εξέλιξη της ιστορίας του συστήματος δραματική από εκείνη που θα λάμβανε χώρα, αν δεν είχε συμβεί η μεταβολή.
Από την άλλη σύμφωνα με την συστημική επιστήμη περιβάλλον είναι ένα μέγα – σύστημα αποτελούμενο από οικοσυστήματα και ανθρωπογενή συστήματα τα βρίσκονται σε πολύπλοκες σχέσεις δυναμικής αλληλεπίδρασης. Το πλανητικό σύστημα της Γης, με τη βοήθεια της ενέργειας από τον Ήλιο και με τις βασικές λειτουργίες της ροής της ενέργειας και της ανακύκλωσης της ύλης που επιτελείται στα οικοσυστήματα υποστηρίζει κάθε μορφή ζωής και κάθε δραστηριότητα φυσική ή τεχνητή.
Σύμφωνα με το συστημικό ορισμό του περιβάλλοντος, τα ανθρώπινα συστήματα αποτελούν υποσυστήματα του ιεραρχικά ανώτερου συστήματος της Γης και, δεν νοείται λειτουργία τους με τρόπο ανεξάρτητο και αυτοτελή. Ο σύγχρονος άνθρωπος, βασισμένος σε ανθρωποκεντρικά πρότυπα επεχείρησε την ανάπτυξη οικονομικών, τεχνικών και άλλων ανθρωπογενών συστημάτων αυτοτελώς, αγνοώντας τις αρχές και τους περιορισμούς που θέτει στο σύστημα της Γης. Η συστημική επιστήμη, ως επιστήμη της πολυπλοκότητας αποτελεί μοναδικό εργαλείο για την αντιμετώπιση και επίλυση των περιβαλλοντικών προβλημάτων (π.χ. μείωση της στοιβάδας του όζοντος αλόγιστη εκμετάλλευση των υδατικών πόρων, ρύπανση και υπεραλίευση των θαλασσών, ερημοποίηση, καταστροφή δασών. μείωση της βιποικιλότητας, κλιματική αλλαγή, υπερπληθυσμός κ.λ.π).
2) Σχέση ανθρωπογενών συστημάτων και οικοσυστημάτων:
Ένα θεμελιώδες πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο σημερινός άνθρωπος είναι αυτό των σχέσεων ανθρωπογενών συστημάτων και οικοσυστημάτων. Η περιβαλλοντική Επιστήμη μελετά αυτές τις σχέσεις των οικοσυστημάτων και ανθρωπίνων συστημάτων. Τα οικοσυστήματα αλληλεπιδρούν με τα ανθρώπινα συστήματα ενώ και τα δύο έχουν άμεση σχέση με τους φυσικούς πόρους. Τα οικοσυστήματα παρέχουν φυσικούς πόρους, ενώ τα ανθρώπινα συστήματα τους χρειάζονται.
Η ανθρωποκεντρική κοσμοθεωρία οδηγεί τις κοινωνίες μέσα από την οικονομία και την πολιτική, στη σπατάλη των φυσικών πόρων. Η συστημική θεώρηση του περιβάλλοντος, λαμβάνει υπόψη και την επίδραση των φυσικών πόρων στις κοινωνίες, διότι είναι προφανές ότι η έλλειψη φυσικών πόρων δεν επιτρέπει στις κοινωνίες να λειτουργήσουν και να εξελιχθούν.
ΠαρΆ όλο που μια τέτοια ιδέα μοιάζει να είναι προφανής, ωστόσο, σε πολλές αναπτυξιακές επιλογές υποτίθεται, χωρίς να αναφέρεται καθαρά, είτε ότι οι φυσικοί πόροι είναι ανεξάντλητοι, είτε ότι η μείωσή τους δεν θα έχει σοβαρές επιπτώσεις, στην κοινωνία που κάνει τη συγκεκριμένη επιλογή. Στη χειρότεροι περίπτωση, εφόσον δεν αποτελεί σημερινό πρόβλημα για την κοινωνία, θα κληθούν κάποιοι άλλοι ( κυρίως οι νέοι ) να το αντιμετωπίσουν στο μέλλον.
3) Ο ρόλος των φυσικών πόρων:
Στο σημείο αυτό μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τον όρο «Γήινο Κεφάλαιο». Ως
«Γήινο Κεφάλαιο» θα πρέπει να θεωρούμε το έδαφος, το νερό, τον αέρα, τα έμβια όντα που αποτελούν μέρος των φυσικών πόρων που έχει ανάγκη ο άνθρωπος. Το «Γήινο Κεφάλαιο» παράγει «τόκους». Οι «τόκοι» αυτοί γίνονται αντιληπτοί από τον άνθρωπο ως ο,τιδήποτε μας παρέχει η φύση είτε με τη μορφή ποικίλων ανανεώσιμων φυσικών πόρων (γονίμου εδάφους, νερού, αέρα, αλιευμάτων, κ.λπ.) είτε ως «ικανότητα αυτοκαθαρισμού» και «απορρόφησης» των ρύπων από διάφορες δραστηριότητες, η ως «οικολογική χωρητικότητα του περιβάλλοντος».
Τα προβλήματα του περιβάλλοντος οφείλονται στο γεγονός ότι ο άνθρωπος δεν καταναλώνει μόνο τους τόκους αλλά και το Γήινο Κεφάλαιο και μάλιστα με επιταχυνόμενο ρυθμό.
Επειδή τα οικοσυστήματα παρέχουν με τη λειτουργία τους φυσικούς πόρους, απαραίτητους για την ύπαρξη, λειτουργία και εξέλιξη των ανθρωπίνων συστημάτων, ο συγχρονισμός των τελευταίων με τα οικοσυστήματα αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση ύπαρξης.
Οι λύσεις για τα προβλήματα του περιβάλλοντος πρέπει, επομένως, να αναζητηθούν στους τρόπους με τους οποίους θα επιτευχθεί η συνεξέλιξη ανθρωπογενών συστημάτων και οικοσυστημάτων και όχι η μονομερής ανάπτυξη των ανθρωπίνων συστημάτων.
Η άγνοια της πολύπλευρης, συστημικής φύσης των προβλημάτων συγχρόνως ο αναλυτικός, απλοποιημένος τρόπος αντιμετώπισης τους σε βραχυπρόθεσμη χρονική κλίμακα και με απλοποιημένα, βραχυπρόθεσμα οικονομικά κριτήρια, αποτελούν τους κυριότερους λόγους των μη βιώσιμων επιλογών από τις πολιτικές ηγεσίες των κοινωνιών, με αποτέλεσμα τη σταδιακή αποσταθεροποίηση τους
4) Βιώσιμές και μη-βιώσιμες λύσεις:
Σύμφωνα με τα παραπάνω μια κοινωνία καλείται να κάνει επιλογές που μπορούν να είναι βιώσιμες ή μη-βιώσιμες.
Η διαχείριση των οικοσυστημάτων που προκαλεί την υποβάθμιση τους, αποτελεί προφανώς μια μη-βιώσιμη επιλογή με επιπτώσεις σοβαρές για το περιβάλλον. Απλή διαχείριση, που συνήθως περιορίζεται μόνο σε διαχείριση κρίσεων (όπως η κατάσβεση δασικών πυρκαγιών ή η αποκατάσταση πλημμυρών) δεν μπορεί να θεωρείται βιώσιμη λύση. Η προστασία των οικοσυστημάτων με κατάλληλο νομοθετικό πλαίσιο που προλαμβάνει τις κρίσεις και η εφαρμογή ή βελτίωση της νομοθεσίας μπορεί να θεωρηθεί μια πραγματική βιώσιμη επιλογή.
Η διαχείριση των φυσικών πόρων που οδηγεί στη σπατάλη του Γήινου Κεφαλαίου είναι, προφανώς, μη–βιώσιμη λύση. Για τα στερεά απορρίμματα, για παράδειγμα, η απλή διαχείριση και απόθεση δεν αποτελεί βιώσιμη λύση. Η εξοικονόμηση φυσικών πόρων με διάφορες μεθόδους ανακύκλωσης, ο περιορισμός της υπερκατανάλωσης που απαιτεί μεγάλες ποσότητες πρώτων υλών (φυσικών πόρων) για την παραγωγή των προϊόντων, η κατανάλωση προϊόντων που δεν παράγουν πολλά απορρίμματα στην παραγωγή και στην απόρριψη τους και άλλες και άλλες πρακτικές αποτελούν βιώσιμη επιλογή.
Οι επιλογές για τη ρύπανση είναι περισσότερο προφανείς. Όποια ενέργεια παράγει ρύπανση είναι προφανώς μη-βιώσιμη, εφόσον υπερβαίνει την φέρουσα ικανότητα του συγκεκριμένου αποδέκτη. Αλλά και ο απλός έλεγχος ρύπανσης, με οικονομικά κριτήρια, δεν οδηγεί σε βιώσιμες λύσεις. Η λογική «Ο ρυπαίνων πληρώνει» δεν κατόρθωσε να λύσει τα προβλήματα του περιβάλλοντος, γιατί αποτελεί εφαρμογή των οικονομικών θεωριών σε προβλήματα, τα οποία δεν είναι ούτε απλά ούτε λύνονται με την κλασική αναλυτική μέθοδο που ακολουθεί η οικονομική επιστήμη που λειτουργεί με αρχές, ανεξάρτητες από τις αρχές του μέγα- συστήματος της Γης.
Βιώσιμη λύση θεωρείται η πρόληψη της ρύπανσης στην πηγή, υπολογίζοντας συνολικά και μακροπρόθεσμα τις επιπτώσεις στο περιβάλλον, στην οικονομία, στην κοινωνία και στον πλανήτη.
ΜΑΝΟΛΗΣ ΒΟΥΤΥΡΑΚΗΣ ΦΥΣΙΚΟΣ ΠΕΡΙΒ/ΓΟΣ voutirakis@nah-nele.gr
. ecocrete.gr . |
|