ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ arrow ΑΡΧΕΙΟ ΑΡΘΡΩΝ Τετάρτη 29 Μάρ 2023
Μενού - Επιλογές
ΕΠΙΛΟΓΕΣ
Η αειφορία εφικτός στόχος ή ουτοπική θεωρία; Εκτύπωση Αποστολή με e-mail
ΓΙΑΝΝΗΣ Χ. ΠΑΠΑΤΖΑΝΗΣ , Τετάρτη, 07 Ιανουάριος 2004

Η αειφορία εφικτός στόχος ή ουτοπική θεωρία;

Χωρίς αμφιβολία η ποιότητα του φυσικού περιβάλλοντος αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα ενδιαφέροντα της κοινής γνώμης. Αυτό φαίνεται από τις σχετικές αντιδράσεις των ανθρώπων οι οποίες έχουν πάρει διάφορες μορφές (π.χ. έχουν δημιουργηθεί σε πολλές χώρες οργανώσεις πολιτών με αντικείμενο την προώθηση των περιβαλλοντικών θεμάτων, αναπτύσσεται συνεχώς η περιβαλλοντική νομοθεσία, σε επιστημονικό επίπεδο τα περιβαλλοντικά προβλήματα έχουν γίνει το αντικείμενο χημικών, βιολογικών, μηχανικών, οικονομικών, ιατρών κ.λ.π.). Βέβαια, τα προβλήματα σχετικά με την ποιότητα του περιβάλλοντος δεν είναι νέο φαινόμενο. Αντίθετα, η ιστορία είναι γεμάτη από παραδείγματα περιβαλλοντικής υποβάθμισης. Ωστόσο, ο σύγχρονος κόσμος είναι διαφορετικός. Πολλοί άνθρωποι στις οικονομικά αναπτυγμένες χώρες, όπου έχουν επιτύχει υψηλά επίπεδα ευημερίας, έχουν αρχίσει να αναρωτιούνται κατά πόσο αξίζει η δημιουργία μεγάλου υλικού πλούτου, όταν αυτός για να επιτευχθεί έχει ως κόστος την , χωρίς όριο, υποβάθμιση της ποιότητας του περιβάλλοντος. Πιο θεμελιώδες, ίσως, είναι το γεγονός ότι οι επιδράσεις στο περιβάλλον από τις σύγχρονες οικονομικές, δημογραφικές και τεχνολογικές εξελίξεις που συμβαίνουν στον πλανήτη μας είναι πολύ πιο εκτεταμένες και σοβαρές. Αυτές που κάποτε ήταν τοπικές επιδράσεις στο περιβάλλον, εύκολα αναστρέψιμες, σήμερα μετατρέπονται ή έχουν ήδη μετατραπεί σε εκτεταμένα περιφερειακά ή παγκόσμια προβλήματα τα οποία, είναι πολύ πιθανό, σύντομα να μην μπορούν να διορθωθούν. Με βάση τα παραπάνω, η απλή επισήμανση και προβολή των περιβαλλοντικών θεμάτων και προβλημάτων, ενώ είναι απαραίτητη, δεν είναι αρκετή. Απαιτείται επιστημονική μελέτη και γνώση των αιτιών για τις οποίες οι άνθρωποι σήμερα συμπεριφέρονται όπως συμπεριφέρονται απέναντι στο φυσικό περιβάλλον και επομένως απέναντι στους ίδιους τους εαυτούς τους αλλά και στις επόμενες γενεές και πώς θα μπορούσε να ανασχηματιστεί το υφιστάμενο σύστημα ώστε να καταστεί δυνατή η αναστροφή των επιβλαβών πρακτικών του παρελθόντος. Στο πλαίσιο αυτό, από πολλούς υποστηρίζεται ότι η ρύπανση του περιβάλλοντος είναι άμεση συνέπεια της προσπάθειας δημιουργίας κέρδους. Σύμφωνα με την προσέγγιση αυτή, στις οικονομίες των δυτικών βιομηχανικών κρατών, οι άνθρωποι έχουν ως μοναδικό τους στόχο την μεγιστοποίηση των χρηματικών κερδών. Σ' αυτή τη συνεχή προσπάθεια, οι επιχειρήσεις δεν δίνουν προσοχή στις συνέπειες των πράξεων τους προς το περιβάλλον διότι συνήθως αυτό δεν τους κοστίζει. Μάλιστα, η έλλειψη οικονομικών κινήτρων αποτελεί έναν από τους κυριότερους λόγους για τον οποίο ορισμένα κράτη είτε αδιαφορούν είτε αρνούνται να συμμετέχουν σε παγκόσμιες περιβαλλοντικές προσπάθειες αντιμετώπισης των προβλημάτων. Συνεπώς, σύμφωνα με την προσέγγιση αυτή, ο μόνος τρόπος για να περιοριστεί η ρύπανση του περιβάλλοντος σε μία τέτοια κατάσταση, είναι να πάψει τι οικονομικό όφελος να αποτελεί το μοναδικό κίνητρο. Ωστόσο, ακόμα και αν η άποψη αυτή αντικατοπτρίζει σε κάποιο βαθμό την πραγματικότητα, είναι γεγονός ότι η υποβάθμιση της περιβαλλοντικής ποιότητας δεν προκαλείται μόνο από κερδοσκοπικές επιχειρήσεις και οργανισμούς. Για παράδειγμα, οι καταναλωτές είναι εξίσου ένοχοι όταν με τις πράξεις τους υποβαθμίζουν το περιβάλλον ενώ το ίδιο ισχύει και για τους δημόσιους φορείς και τους κρατικούς οργανισμούς οι οποίοι πολλές φορές είναι από τους μεγαλύτερους ρυπαίνοντες και ας μην έχουν ως κίνητρο το κέρδος. Επίσης, ακόμα και σε χώρες με πολιτικά συστήματα στα οποία το κέρδος δεν υφίσταται ούτε ως κίνητρο αλλά ούτε και ως φιλοσοφία στην οικονομία τους, έχει διαπιστωθεί ότι στο παρελθόν έχουν συμβεί μερικές από τις χειρότερες περιβαλλοντικές καταστροφές του πλανήτη. Η οικονομική προσέγγιση στην αιτιολόγηση των περιβαλλοντικών προβλημάτων φαίνεται να αντιπαραβάλλεται με αυτό που θα μπορούσε να ονομαστεί αντίστοιχα ως ηθική προσέγγιση. Σύμφωνα μ' αυτή, η περιβαλλοντική υποβάθμιση είναι αποτέλεσμα της ανθρώπινης συμπεριφοράς η οποία δεν είναι η ενδεδειγμένη από ηθικής άποψης. Έτσι, η κύρια αιτία για την οποία οι άνθρωποι ρυπαίνουν είναι η έλλειψη επαρκών ηθικών αντιστάσεων σε μια τέτοια συμπεριφορά. Αν αυτό όντως συμβαίνει, τότε ο τρόπος ώστε οι άνθρωποι να σταματήσουν να καταστρέφουν το περιβάλλον είναι η ανύψωση του επιπέδου περιβαλλοντικής ηθικής της κοινωνίας. Πράγματι, αποτελεί αναμφισβήτητο γεγονός ότι ένας από τους κύριους λόγους για τον οποίο τα περιβαλλοντικά θέματα έχουν αρχίσει να αποτελούν σημαντικά ζητήματα προβληματισμού στη σημερινή κοινωνία, είναι η αυξημένη υπευθυνότητα που αισθάνονται όλο και περισσότεροι άνθρωποι για το περιβάλλον και τα προβλήματα του. Ωστόσο, αν και η αποτελεσματική αντιμετώπιση των πολύπλοκων σύγχρονων περιβαλλοντικών προβλημάτων απαιτεί τη μεγαλύτερη δυνατή εξάπλωση του περιεχομένου της περιβαλλοντικής ηθικής στην κοινωνία με στόχο την πρακτική εφαρμογή της στη λήψη αποφάσεων σχετικά με τα περιβαλλοντικά ζητήματα, η ηθική αφύπνιση των ανθρώπων απέναντι στο περιβάλλον δεν μπορεί να αποτελεί το μόνο τρόπο προσέγγισης του θέματος δεδομένου ότι υπάρχουν περιβαλλοντικά προβλήματα τα οποία χρειάζονται άμεσα αντιμετώπιση και δεν μπορούν να περιμένουν την μακροχρόνια διαδικασία της ηθικής αναμόρφωσης της κοινωνίας.

Συνεπώς, δεν είναι το, ενδεχομένως, χαμηλό επίπεδο ηθικής των ανθρώπων ο κύριος λόγος για την υποβάθμιση του περιβάλλοντος, αλλά μάλλον ο τρόπος με τον οποίο το οικονομικό σύστημα, μέσα στο οποίο οι άνθρωποι είναι αναγκασμένοι να ζουν και να εργάζονται, είναι οργανωμένο. Επομένως, προκειμένου η αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών προβλημάτων να έχει περισσότερες πιθανότητες επιτυχίας, είναι σαφές ότι απαιτείται μία νέα φιλοσοφία στην προσέγγιση των προβλημάτων αυτών. Σ' αυτό το πλαίσιο σήμερα, η έννοια της αειφόρου ανάπτυξης φαίνεται να γίνεται ευρέως αποδεκτή από τους ανθρώπους ως η κατευθυντήρια φιλοσοφία για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών προβλημάτων. Ωστόσο, η επιτυχής μετάβαση στην αειφόρο κοινωνία, δηλαδή η εναρμόνιση της οικονομικής ανάπτυξης με την αειφόρο προοπτική, δεν είναι καθόλου εύκολη διαδικασία. Η δυσκολία εφαρμογής της αειφορίας στην πράξη οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι η αειφόρος ανάπτυξη για να υλοποιηθεί απαιτεί να αναληφθούν συγκεκριμένες ενέργειες και δράσεις οι οποίες, όμως, πολύ συχνά είναι αντίθετες με τις υφιστάμενες δομές και τις καθιερωμένες συμπεριφορές των ανθρώπων. Γι' αυτό άλλωστε, καμία κοινωνία ή κοινότητα ανθρώπων μέχρι σήμερα δεν έχει κατορθώσει να επιτύχει την απόλυτη αειφορία και ίσως αυτό να μην συμβεί ποτέ.

Η Έννοια και το Περιεχόμενο της Αειφόρου Ανάπτυξης

Αειφόρος ή βιώσιμη ανάπτυξη (sustainable development) ονομάζεται η οικονομική ανάπτυξη η οποία ανταποκρίνεται στις σημερινές απαιτήσεις των ανθρώπων, καλύπτοντας τις ανάγκες τους, με τέτοιο τρόπο όμως ώστε να μην διακινδυνεύεται η δυνατότητα των ανθρώπων στο μέλλον να μπορούν να καλύψουν τις δικές τους αντίστοιχες ανάγκες. Η έννοια της αειφόρου ανάπτυξης δεν είναι πρόσφατη . Ο αντίστοιχος όρος φαίνεται να άρχισε να χρησιμοποιείται από τους ειδικούς μετά από μία έκθεση της Παγκόσμιας Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη (United Nation's World Commission on Environment and Development) το έτος 1987. Πέντε χρόνια αργότερα, στην Παγκόσμια Συνδιάσκεψη για το Περιβάλλον του Ρίο ντε Τζανέιρο , η αειφόρος ανάπτυξη αποτέλεσε κοινό σημείο αναφοράς των διαφόρων προτάσεων για την αντιμετώπιση των προβλημάτων του περιβάλλοντος. Μάλιστα, οι προτάσεις της Συνδιάσκεψης εγκρίθηκαν από περισσότερες από 140 χώρες, γεγονός από το οποίο γίνεται φανερό ότι η έννοια αυτή έχει πλέον αποκτήσει ευρεία απήχηση σε ολόκληρο τον κόσμο. Γενικά, η ανάπτυξη περιλαμβάνει τη χρησιμοποίηση ανθρώπινων, φυσικών και οικονομικών πόρων με στόχο την κάλυψη της ζήτησης της αγοράς καθώς και των άμεσων ή δυνητικών αναγκών των ανθρώπων. Το εύρος της έννοιας της ανάπτυξης δεν εκτιμάται πάντοτε πλήρως καθώς δεν περιορίζεται μόνο σε βιομηχανικές, εμπορικές ή χρηματοοικονομικές δραστηριότητες αλλά περιλαμβάνει την παροχή μιας σειράς άλλων διευκολύνσεων, όπως οι υποδομές, η εκπαίδευση, οι υπηρεσίες υγείας κ.λ.π. Σ' όλες τις χώρες η ανάπτυξη προκύπτει ως το αποτέλεσμα των προσπαθειών τόσο του δημοσίου όσο και του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας συντελώντας αφενός στην αύξηση του κατά κεφαλήν εισοδήματος και αφετέρου σε μία γενικότερη βελτίωση του επιπέδου ζωής σε τοπικό, περιφερειακό, εθνικό ή παγκόσμιο επίπεδο. Η ανάπτυξη μπορεί να είναι ταυτόχρονα και αειφόρος, εφόσον οι πόροι (κάθε είδους) που χρησιμοποιούνται για να την στηρίξουν είναι ανανεώσιμοι (και ο ρυθμός χρήσης τους είναι μικρότερος ή τουλάχιστον ίσος με τον ρυθμό ανανέωσής τους). Η θεωρία της αειφόρου ανάπτυξης δεν απαγορεύει τη χρήση (με αποδοτικό τρόπο βέβαια) εξαντλήσιμων φυσικών πόρων, αρκεί να είναι δυνατή η έγκαιρη υποκατάσταση τους με άλλους. Επίσης, η αειφόρος ανάπτυξη δίνει έμφαση όχι μόνο στην ισονομία και τη δίκαιη κατανομή των ευκαιριών μεταξύ των ανθρώπων που ανήκουν σε διαφορετικές γενεές αλλά και μεταξύ των ανθρώπων που ανήκουν στην ίδια γενεά. Αυτό προϋποθέτει την ύπαρξη ίσων ευκαιριών για όλα τα μέλη της κοινωνίας, είτε ανήκουν σε πλούσια είτε ανήκουν σε φτωχά έθνη. Απαιτεί, δηλαδή, την ενσωμάτωση στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων των οικονομικών, των κοινωνικών και των περιβαλλοντικών θεωρήσεων. Σύμφωνα με την εκδοχή της Παγκόσμιας Τράπεζας (World Bank), η έννοια της αειφόρου ανάπτυξης συνοψίζεται στην υποχρέωση κάθε γενεάς να αφήνει στην επόμενή της τόσες ευκαιρίες όσες τουλάχιστον είχε και η ίδια, ή με οικονομικούς όρους, στην υποχρέωση κάθε γενεάς να αφήνει στην επόμενη της ίσο ή περισσότερο κεφάλαιο ανά κάτοικο από ότι είχε βρει η ίδια, έστω και αν το κεφάλαιο αυτό είναι διορθωμένο με διαφορετικό τρόπο. Επίσης, σύμφωνα με έκθεση η οποία εκπονήθηκε από οργανισμούς, όπως το Πρόγραμμα για το Περιβάλλον των Ηνωμένων Εθνών (UNEP) και το Παγκόσμιο Ταμείο για τη Φύση (WWF), μερικές από τις κυριότερες αρχές οι οποίες θα πρέπει να διέπουν μία αειφόρο κοινωνία είναι οι ακόλουθες:

* Ισότιμη και δίκαιη συμμετοχή όλων των μελών της κοινωνίας στα οφέλη και στα κόστη που συνδέονται με τη διατήρηση της περιβαλλοντικής ποιότητας.

* Διατήρηση των οικολογικών συστημάτων που υποστηρίζουν τη ζωή, εξασφαλίζοντας ότι η χρήση των ανανεώσιμων φυσικών πόρων θα είναι αειφόρος.

* Ελαχιστοποίηση της μείωσης των αποθεμάτων των μη ανανεώσιμων φυσικών πόρων μέσω αποδοτικότερης χρήσης τους, υποκατάστασής τους με ανανεώσιμους ή ανακύκλωσής τους.

* Συγκράτηση των συνολικών αναγκών των ανθρώπων εντός των ορίων της φέρουσας ικανότητας της γης, προσπαθώντας, παράλληλα, η ικανότητα αυτή να διευρυνθεί.

* Επανεξέταση των αξιών των ανθρώπων και τροποποίηση της συμπεριφοράς τους ώστε να είναι σύμφωνη με τη φιλοσοφία της αειφόρου κοινωνίας.

Πάντως, ενώ η αειφόρος ανάπτυξη έχει γίνει, ως έννοια και φιλοσοφία, ευρέως αποδεκτή σήμερα, η πρακτική εφαρμογή της δεν είναι εύκολη υπόθεση. Μία από τις μεγαλύτερες δυσκολίες που υπάρχουν στη μεταφορά της αειφόρου θεωρίας στην πράξη είναι το γεγονός ότι, πέρα ίσως από τη διατροφή, την ένδυση και τη διαμονή, είναι πρακτικά εξαιρετικά δύσκολο έως αδύνατο να προβλεφθούν οι ανάγκες των ανθρώπων μετά από δέκα ή δώδεκα γενεές. Η δυσκολία αυτή σημαίνει ότι ορισμένες από τις δράσεις που λαμβάνονται από τη σημερινή γενεά με στόχο τη διατήρηση των φυσικών πόρων, μπορεί να αποδειχθούν τελικά ανώφελες για τις μελλοντικές γενεές, επειδή τότε οι ανάγκες θα είναι εντελώς διαφορετικές. Είναι προφανές ότι, με βάση τους τρέχοντες ρυθμούς ανάπτυξης των επιστημών και της τεχνολογίας, η πρόβλεψη σήμερα των πιθανών αναγκών της ανθρωπότητας το έτος 2200, με αξιόπιστο και ακριβές τρόπο, είναι σχεδόν αδύνατη. Εκτός, όμως, από το πρόβλημα της πρόβλεψης των αναγκών των ανθρώπων στο μέλλον, η εφαρμογή της αειφόρου θεωρίας στην πράξη παρουσιάζει και μία άλλη δυσκολία. Η δυσκολία αυτή προκύπτει από το γεγονός ότι πολύ συχνά οι διάφοροι φορείς λήψης αποφάσεων δυσκολεύονται να αποφασίζουν, να σχεδιάζουν και να θέτουν σε εφαρμογή προγράμματα, πολιτικές και στρατηγικές οι οποίες έχουν μακροπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα, ακόμα και αν φαίνεται ότι είναι ιδιαίτερα επωφελείς. Αντίθετα, δείχνουν να προτιμούν τις βραχυπρόθεσμες δράσεις, κυρίως όταν προέρχονται από ανάλογες πιέσεις και αιτήματα των πολιτών, οπότε είναι και περισσότερο πολιτικά ελκυστικές.

Προϋποθέσεις και Περιορισμοί της Αειφόρου Ανάπτυξης

Οι κυριότερες προτεραιότητες των ενεργειών, δράσεων και λοιπών μεταβολών που πρέπει να υλοποιηθούν προκειμένου να καταστεί εφικτή η πραγματοποίηση της αειφορίας είναι οι εξής:

* Μετάβαση σε κατάσταση πληθυσμιακής σταθερότητας ώστε να συγκρατηθεί η ανάγκη για απεριόριστη οικονομική ανάπτυξη.

* Σημαντική οικονομική ανάπτυξη στις αναπτυσσόμενες χώρες (με παράλληλη καθυστέρηση της ανάπτυξης στις πλούσιες χώρες) ώστε να μειωθεί η φτώχια.

* Ευρεία μεταφορά φυσικών και λοιπών πλουτοπαραγωγικών πόρων από τις αναπτυγμένες προς τις αναπτυσσόμενες χώρες.

* Επιβολή υψηλότερων τιμών για τα αγαθά τα οποία εξάγονται από τις αναπτυσσόμενες χώρες.

* Θέσπιση οικονομικών πολιτικών με στόχο τη συμπίεση κάποιων δραστηριοτήτων και την επέκταση άλλων ώστε το σύνολο να παραμείνει εντός των βιο - φυσικών ορίων.

* Επιτάχυνση της μετάβασης σε ενεργειακά συστήματα τα οποία θα βασίζονται κυρίως στις ανανεώσιμες πηγές.

* Αναβάθμιση του ανθρώπινου κεφαλαίου μέσω της εκπαίδευσης, της πρακτικής εξάσκησης και της επαρκούς επαγγελματικής απασχόλησης.

* Ανακούφιση της φτώχιας εφαρμόζοντας αποτελεσματικότερα προγράμματα για την άμεση αντιμετώπιση συγκεκριμένων περιπτώσεων.

* Διάχυση τεχνολογικών καινοτομιών και γενικότερα τεχνολογίας από τα πλουσιότερα προς τα φτωχότερα τμήματα της κοινωνίας.

* Αναχαίτιση του ρυθμού αύξησης, ή ακόμα και μείωση, των οικονομικών δραστηριοτήτων που λαμβάνουν χώρα στις πλουσιότερες χώρες.

* Επιπρόσθετη ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας των αναπτυσσόμενων χωρών για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων σε εμπόριο κ.λ.π. από την ύφεση στις πλούσιες χώρες.

* Υποχώρηση των πολιτικών σκοπιμοτήτων απέναντι σε δράσεις που υπαγορεύονται από τη βιο - φυσική πραγματικότητα.

* Θέσπιση μέτρων με στόχο την ορθολογική και δίκαιη αναδιανομή του εισοδήματος μεταξύ των πλούσιων και των φτωχών τμημάτων της κοινωνίας.

* Περιορισμός της αποδέσμευσης ρυπαντών στο περιβάλλον καθώς και κάθε άλλης δράσης που συντελεί στην υποβάθμιση της περιβαλλοντικής ποιότητας.

* Επένδυση μέρους των κερδών που προκύπτουν από την εκμετάλλευση των εξαντλήσιμων φυσικών πόρων στην έρευνα για την ανάπτυξη βιώσιμων υποκατάστατών τους.

* Προσαρμογή του ρυθμού εκμετάλλευσης των ανανεώσιμων πόρων στην αναπαραγωγική ικανότητα του φυσικού συστήματος που τους ανανεώνει.

* Παραχώρηση σε αριθμό μελλοντικών γενεών της δυνατότητας εκμετάλλευσης μέρους από τα σημερινά αποθέματα εξαντλήσιμων φυσικών πόρων χωρίς ανανεώσιμα υποκατάστατα.

Ένα εύλογο ερώτημα το οποίο συχνά τίθεται είναι πως μπορεί να συνδυαστεί η έννοια της αειφόρου ανάπτυξης με την κατανάλωση φυσικών πόρων που δεν είναι ανανεώσιμοι και άρα κάποια στιγμή θα εξαντληθούν. Απάντηση στο ερώτημα αυτό επιχειρεί να δώσει ο νόμος του Hartwick (Hartwick Rule) σύμφωνα με τον οποίο η κατανάλωση εξαντλήσιμων πόρων μπορεί να είναι αειφόρος όταν τα κέρδη από την εκμετάλλευση των πόρων αυτών χρησιμοποιούνται για την ανάπτυξη κεφαλαίου (δηλαδή νέων πόρων οποιουδήποτε είδους) το οποίο θα είναι ανανεώσιμο και θα μπορεί να αντικαταστάσει τους εξαντλήσιμους πόρους όταν χρειαστεί. Για να μπορεί να υπάρξει αειφορία, θα πρέπει προφανώς οι ρυθμοί ανάπτυξης του ανανεώσιμου κεφαλαίου να είναι ανάλογοι με τους ρυθμούς κατανάλωσης του αντίστοιχου εξαντλήσιμου. Με απλά λόγια, ο νόμος αυτός σημαίνει ότι εάν η οικονομική δραστηριότητα βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά σε περιουσιακά στοιχεία τα οποία πρόκειται να εξαντληθούν, τότε η ορθολογική διαχείριση απαιτεί την έγκαιρη δημιουργία νέων στοιχείων που να μπορούν να υποστηρίξουν τη δραστηριότητα αυτή και μάλιστα σε μακροχρόνια βάση. Η δημιουργία των νέων στοιχείων θα χρηματοδοτηθεί από τα έσοδα εκμετάλλευσης των εξαντλήσιμων περουσιακών στοιχείων, στη θέση των οποίων άλλωστε θα χρησιμοποιηθούν τα νέα. Συνεπώς, σύμφωνα με τον νομό του Hartwick, ακόμα και στην περίπτωση κατανάλωσης φυσικών πόρων οι οποίοι δεν είναι ανανεώσιμοι η αειφόρος ανάπτυξη είναι εφικτή.

Αρχές και Δράσεις με Στόχο την Αειφορία

Οι άνθρωποι, στην προσπάθεια τους να εναρμονίσουν την οικονομική ανάπτυξη με την αειφόρο προοπτική, έχουν προτείνει διάφορες αρχές και αντίστοιχες δράσεις. Μεταξύ αυτών συμπεριλαμβάνονται και η αρχή "ο ρυπαίνων πληρώνει" και η αρχή της πρόληψης. Η αρχή "ο ρυπαίνων πληρώνει" (the polluter - pays principle) εμφανίζεται στην πράξη με δύο εκδοχές. Σύμφωνα με την πρώτη εκδοχή, η τιμή χρέωσης που επιβάλλεται για τη χρήση ενός πόρου από το φυσικό περιβάλλον ή στις περισσότερες περιπτώσεις για τη δημιουργία κάποιου είδους ρύπανσης εξισώνεται με το κόστος που επιβαρύνεται η κοινωνία από τις επιπτώσεις που προκαλούνται λόγω της πράξης αυτής. Η τιμή χρέωσης μπορεί να επιβληθεί με δύο τρόπους.

α) ως τέλος ή φόρος επί της δραστηριότητας από την οποία προκαλείται ρύπανση του περιβάλλοντος, ή

β) ως κόστος απόκτησης άδειας η οποία δίνει στον κάτοχό της το δικαίωμα να αποδεσμεύσει καθορισμένη ποσότητα και είδος ρυπαντών.

Σε αμφότερες τις περιπτώσεις πάντως, η τιμή χρέωσης που επιβάλλεται στον ρυπαίνοντα ενδέχεται να είναι υψηλότερη από το κόστος αντιμετώπισης της ρύπανσης η οποία μπορεί να επιτευχθεί είτε αγοράζοντας και εγκαθιστώντας κατάλληλο εξοπλισμό ελέγχου της ρύπανσης, είτε τροποποιώντας τη διεργασία και αλλάζοντας τα χρησιμοποιούμενα καύσιμα. Η δυσκολία με αυτό το μέτρο είναι ο προσδιορισμός της σωστής τιμής χρέωσης, δεδομένου ότι οι επιπτώσεις για την κοινωνία σπάνια μπορούν να υπολογιστούν με αντικειμενικό τρόπο και μάλιστα να εκφραστούν σε χρηματική αξία. Επιπλέον, με πολιτικές αυτού του είδους δίνεται το δικαίωμα σε κάποιους να ρυπαίνουν, έστω και σε περιορισμένη κλίμακα και υπό ελεγχόμενες συνθήκες, δηλαδή επιτρέπεται η συνέχιση πρόκλησης βλαβών στην κοινωνία, την υγεία των ανθρώπων και το περιβάλλον, όχι πάντοτε γνωστών και αναμενόμενων. Επίσης, υπάρχει το συναφές πρόβλημα ότι τις περισσότερες φορές η τιμή χρέωσης που επιβάλλεται δεν μπορεί να φτάσει μέχρι εκείνο το τμήμα της κοινωνίας που άμεσα δέχεται τις αρνητικές επιπτώσεις από τη ρύπανση, ή ακόμα και εάν σε ορισμένες περιπτώσεις καταφέρνει να φτάσει μέχρι εκεί, τότε δεν μπορεί να διανεμηθεί με αντικειμενικό και δίκαιο τρόπο στους ενδιαφερόμενους. Οι επιπτώσεις από ορισμένους ρυπαντές, όπως για παράδειγμα η επίπτωση του μολύβδου στα παιδιά, μπορούν να εκτιμηθούν με μεγάλη δυσκολία. Σ' αυτές τις περιπτώσεις, οι πολιτικές οικονομικής αποζημίωσης δεν φαίνεται να είναι οι καταλληλότερες και συνήθως προτιμάται η επιβολή απαγορευτικών μέτρων. Μία άλλη σημαντική δυσκολία που προκύπτει κατά τη χρέωση τμήματος σε ρυπαίνοντες, όταν αυτοί είναι πολλοί, είναι ο ακριβής και ο αντικειμενικός επιμερισμός των συνολικά αποδεσμευόμενων ρυπαντών στον κάθε ρυπαίνοντα. Σε κάποιες περιπτώσεις μάλιστα, όπως στη ρύπανση του ατμοσφαιρικού αέρα μιας πόλης, λόγω της κίνησης των οχημάτων, ο επιμερισμός αυτός μοιάζει αδύνατος. Σύμφωνα με τη δεύτερη και πιο πρόσφατη εκδοχή της αρχής "ο ρυπαίνων πληρώνει", το πλήρες κόστος που προκύπτει από τον έλεγχο της ρύπανσης όσο και αν είναι αυτό ,πρέπει να αναλαμβάνεται από τον ρυπαίνοντα, κατά προτίμηση χωρίς ο τελευταίος να μπορεί να δέχεται για το σκοπό αυτό επιχορήγηση ή άλλο βοήθημα από την πολιτεία. Με τον τρόπο αυτό, το δυνητικό κόστος ρύπανσης μίας κοινωνίας μετατρέπεται κατά μεγάλο ποσοστό σε κόστος ελέγχου της ρύπανσης το οποίο στη συνέχεια απορροφάται από τον ρυπαίνοντα και τελικά εμφανίζεται στο κόστος παραγωγής, αυξάνοντάς το. Αυτή η αύξηση του κόστους παραγωγής μπορεί ακολούθως να επηρεάσει τη ζήτηση, ανάλογα με το βαθμό ελαστικότητας της. Τελικά, στις περισσότερες περιπτώσεις, η αρχή "ο ρυπαίνων πληρώνει" μετατρέπεται σε "ο καταναλώνων πληρώνει", αφού άλλωστε οι καταναλωτές, δηλαδή οι πολίτες, είναι αυτοί που απολαμβάνουν τα οφέλη από τον περιορισμό της ρύπανσης. Έτσι, ενώ τα λαμβανόμενα μέτρα εμφανίζονται στο σύνολο τους στο λογιστικό κόστος του ρυπαίνοντα, οι δυσμενείς περιβαλλοντικές επιπτώσεις για το κοινό ελαχιστοποιούνται ή περιορίζονται. Η αρχή "ο ρυπαίνων πληρώνει" επικυρώθηκε από τα Ηνωμένα Έθνη στη διάσκεψη για το περιβάλλον του ανθρώπου που έγινε στη Στοκχόλμη το 1972, καθώς και από τον ΟΟΣΑ τον ίδιο χρόνο (μάλιστα ο τελευταίος το επικύρωσε ξανά το 1985). Από τότε έκανε την εμφάνισή της μία υβριδική φιλοσοφία η οποία πίεσε τόσο προς την κατεύθυνση επιβολής ειδικής νομοθεσίας για τον έλεγχο της ρύπανσης όσο και προς τη θέσπιση οικονομικών μέτρων με τον ίδιο στόχο προκειμένου να ενθαρρύνει τον περιορισμό της ρύπανσης.

Η αρχή της πρόληψης (precautionary principle) υιοθετήθηκε από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών στην Παγκόσμια Συνδιάσκεψη για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη που έγινε το 1992 στο Ρίο ντε Τζανέιρο, όπου συμφωνήθηκε ότι, προκειμένου να προστατευθεί το περιβάλλον αποτελεσματικά, πρέπει να γίνει αποδεκτή και να εφαρμοστεί σε ευρεία βάση μία προληπτική προσέγγιση και αντιμετώπιση του ζητήματος. Σύμφωνα με τη Διακήρυξη για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη του Ρίο (15η Αρχή), η προληπτική αυτή προσέγγιση ερμηνεύεται ως εξής: σε οποιαδήποτε περίπτωση που υπάρχει ο κίνδυνος σοβαρής ή μη αναστρέψιμης βλάβης στο περιβάλλον, ενδεχόμενη έλλειψη σαφών επιστημονικών στοιχείων σχετικά δεν θα πρέπει να λειτουργήσει ως δικαιολογία για την καθυστέρηση λήψης αποτελεσματικών οικονομικά μέτρων για την αποτροπή της υποβάθμισης της ποιότητας του περιβάλλοντος. Η προσέγγιση αυτή, πάντως, έχει δεχθεί πολλές κριτικές διότι συνήθως απαιτεί μεγάλη δέσμευση πόρων για να εφαρμοστεί σε μάλλον ασαφή ή αόριστα προβλήματα, ενώ η αναφορά σε "μέτρα οικονομικώς αποτελεσματικά" προϋποθέτει υψηλού βαθμού βεβαιότητα και σαφήνεια σχετικά με τη φύση του προβλήματος.

Η αρχή της πρόληψης έχει ήδη μια ιστορία τουλάχιστον είκοσι ετών. Έκανε για πρώτη φορά την εμφάνισή της στη Γερμανία το 1980 όταν εξετάστηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή των Ειδικών επί Περιβαλλοντικών Θεμάτων σε σχέση με τη θαλάσσια ρύπανση. Μέσα σε λίγα χρόνια η αρχή αυτή εμφανίστηκε σε μια σειρά εγγράφων και συνθηκών, όπως το 1988 στο πρωτόκολλο του Μόντρεαλ για τις ουσίες που καταστρέφουν στη στιβάδα του όζοντος, το 1990 στη διακήρυξη του Μπέργκεν για την αειφόρο ανάπτυξη, το 1992 στη συνέλευση για την προστασία της ρύπανσης της Βαλτικής Θάλασσας, την ίδια χρονιά επίσης στις συνελεύσεις των Ηνωμένων Εθνών για την αλλαγή του κλίματος και για τη βιοποικιλότητα, ενώ το 1993 η αρχή της πρόληψης ενσωματώθηκε στη Συνθήκη του Μάαστριχτ. Είναι φανερό, πάντως, ότι η αρχή αυτή επιδέχεται αρκετές διαφορετικές ερμηνείες και ότι υπάρχουν πολλές διαφορετικές αντιλήψεις σχετικά με την εφαρμογή της. Για παράδειγμα, θα μπορούσε απλά να θεωρηθεί ως αντίστροφη της αρχής του βάρους αποδείξεως (principle of the burden of proof) σύμφωνα με την οποία προαπαιτούμενη συνθήκη για την έγκριση μίας αναπτυξιακής πρότασης είναι η παροχή αξιόπιστων αποδείξεων ότι η εφαρμογή της πρότασης αυτής δεν θα είναι επιβλαβής για το περιβάλλον, υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Ωστόσο σήμερα και μετά το Πρωτόκολλο του Κυότο, το κεντρικό ερώτημα συνοψίζεται στο κατά πόσο είναι ορθό να υιοθετούνται μέτρα με ιδιαίτερα υψηλό οικονομικό κόστος όταν δεν υπάρχουν οριστικές επιστημονικές αποδείξεις ότι είναι τα ενδεδειγμένα. Αυτή η επιφυλακτική στάση που διαπιστώνεται απέναντι στην αρχή της πρόληψης στις μέρες μας, είναι πολύ πιθανό, να αποτελέσει την τελική πλέον δοκιμασία οριστικής αποδοχής ή απόρριψης της.

Συμπεράσματα

Στη σημερινή εποχή, η οποία χαρακτηρίζεται από πολύ οξυμένα περιβαλλοντικά προβλήματα, η έννοια της αειφόρου ανάπτυξης φαίνεται να αναγνωρίζεται από τους ανθρώπους ως η κατευθυντήρια φιλοσοφία η οποία επιτρέπει την αποτελεσματική αντιμετώπιση των προβλημάτων του περιβάλλοντος χωρίς ωστόσο να θυσιάζεται η οικονομική ανάπτυξη. Μάλιστα, αυτό συμβαίνει παρά το γεγονός ότι, σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν παραπάνω, η εναρμόνιση της οικονομικής ανάπτυξης με την αειφόρο προοπτική είναι ιδιαίτερα δύσκολη καθώς δεν αρκεί απλώς η εφαρμογή ορισμένων σχετικών δράσεων και ενεργειών, αλλά απαιτείται ριζική αλλαγή στις υφιστάμενες κοινωνικοοικονομικές δομές και τις καθιερωμένες συμπεριφορές των ανθρώπων σε παγκόσμιο επίπεδο. Αυτή η φαινομενική αντίφαση της μεγάλης αποδοχής της αειφόρου θεωρίας (τουλάχιστον σε θεωρητικό επίπεδο) ενώ είναι εξαιρετικά δύσκολη η πρακτική εφαρμογή της, ερμηνεύεται ως ένα βαθμό και από το γεγονός ότι ως έννοια η αειφορία ίσως χαρακτηρίζεται από κάποια ασάφεια καθώς επιδέχεται πολλές διαφορετικές ερμηνείες. Με άλλα λόγια, η αειφόρος ανάπτυξη σημαίνει διαφορετικά πράγματα για διαφορετικούς ανθρώπους. Έτσι, οι ακαδημαϊκοί προσεγγίζουν τον όρο συνήθως μέσω της προοπτικής συγκεκριμένων περιπτώσεων από το γνωστικό τους αντικείμενο, οι οικονομολόγοι τείνουν να θεωρούν την αειφόρο ανάπτυξη ως μία σταθερή κατάσταση σ' ένα πρότυπο μακροοικονομικής ανάπτυξης, ενώ οι κοινωνιολόγοι φαίνεται να αναλύουν την αειφόρο ανάπτυξη μέσω της ύπαρξης ενός κοινωνικοοικονομικού συστήματος το οποίο εξελίσσεται βραδέως και χωρίς να καταστρέφει το οικοσύστημα που το υποστηρίζει. Επιπλέον, καθώς στον όρο "αειφόρος" περικλείεται η παράμετρος του χρόνου, η έκταση και η σημασία της έννοιας της αειφόρου ανάπτυξης μπορεί να ποικίλλει ανάλογα με το χρονικό ορίζοντα που υπονοείται. Υπάρχουν, για παράδειγμα, ρυθμοί εκμετάλλευσης φυσικών πόρων οι οποίοι εγγυώνται αειφορία για μία περίοδο δέκα ή είκοσι ετών τουλάχιστον. Βέβαια, το χρονικό αυτό διάστημα είναι μάλλον πολύ μικρό και δεν ανταποκρίνεται σ' αυτό που οι περισσότεροι άνθρωποι αντιλαμβάνονται με την έννοια της αειφόρου ανάπτυξης . Αντίθετα, εάν με την αειφορία υπονοείται ο απεριόριστος χρονικός ορίζοντας, τότε ακόμα και πρωτόγονες κοινωνίες είναι αμφίβολο αν θα μπορούσαν να την επιτύχουν. Συμπερασματικά πάντως, ενώ η αειφόρος ανάπτυξη έχει γίνει ευρέως αποδεκτή σήμερα, λίγοι είναι αυτοί που μπορούν ή έχουν τη διάθεση να την υιοθετήσουν ενσωματώνοντάς την στη διαμόρφωση νέων περιβαλλοντικών πολιτικών οι οποίες να διαφέρουν από αυτές που ισχύουν μέχρι σήμερα.

ΓΙΑΝΝΗΣ Χ. ΠΑΠΑΤΖΑΝΗΣ
MHXANIKOΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ & ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ & ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ

.
ecocrete.gr .

Τελευταίες δημοσιεύσεις:
Δημοφιλέστερα άρθρα:

ÌΓ ôçí ΓáãΓΓ­Γ©ΓÞ ÷ïñçãßΓʽ ôçò

¸íôáðç & ØçâéΓʽΓÞ ÅðéΓïéíùíßΓʽ
Είσοδος Χρήστη
Ψευδώνυμο

Κωδικός

Ξέχασες τον κωδικό;
Ξεχάσατε τον κωδικό σας?
Δεν έχετε λογαριασμό ακόμα? Δημιουργήστε τώρα!
Έχουμε 119 επισκέπτες σε σύνδεση
Επισκέπτες: 57620544
ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ:



ΛΑΦΟΝΗΣΙ S.O.S. Πρωτοβουλία Πολιτών για την Προστασία του Λαφονησιού. Συλλογή υπογραφών!

Cavo Sidero
facebook group!



Φουρόγατος 78 Μαρ-Απρ 08
Φουρόγατος 77 Ιαν-Φεβ 08
Φουρόγατος 76 Νοε-Δεκ 07
Φουρόγατος 75 Σεπ-Οκτ 07
Φουρόγατος 74 Ιουλ-Αύ 07
Φουρόγατος 73 Μάι-Ιούν 07
Φουρόγατος 72 Μαρ-Απρ 07
Φουρόγατος 71 Ιαν-Φεβ 07
Φουρόγατος 70 Νοε-Δεκ 06
Φουρόγατος 69 Σεπ-Οκτ 06
Φουρόγατος 68 Ιουλ-Αυ 06
Φουρόγατος 67 Μαι-Ιουν 06
Φουρόγατος 66 Μαρ-Απρ 06
Φουρόγατος 65 Ιαν-Φεβ 06


Οικολόγιο 5. 20.01.2010

Οικολόγιο 4. 27.03.2009

Οικολόγιο 3. 12.10.2008
Οικολόγιο 2. 25.07.2008
Οικολόγιο 1. 10.06.2008


Φυλλάδιο της Οικολογικής Πρωτοβουλίας Χανίων για τις επιπτώσεις από τα κινητά και τις κεραίες


 
Οι εισηγήσεις της Ημερίδας "Προοπτικές βιώσιμης τοπικής ανάπτυξης και μεγάλες τουριστικές επενδύσεις"  9 Δεκ. 2006 στην 5η Συνάντηση του ΟικοΚρήτη

Κίνηση Πολιτών Μεσσαράς για το Περιβάλλον
Κατεβάστε το ενημερωτικό φυλλάδιο για το Διαμετακομιστικό Σταθμό στον κόλπο της Μεσσαράς (.pdf 425k)

ΥΠΟΓΡΑΨΤΕ ΤΗ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΛΙΜΑΝΙ ΣΤΟΝ ΚΟΛΠΟ ΤΗΣ ΜΕΣΣΑΡΑΣ!
Κατά της εγκατάστασης ενός τεραστίου διαμετακομιστικού σταθμού στον κόλπο της Μεσσαράς στη Νότια Κρήτη!

Η Ημερίδα στη Σητεία (27.2.2006) για τις μεγάλες τουριστικές επενδύσεις στην Ανατολική Κρήτη

 Γήπεδα Γκολφ
• Οι εισηγήσεις της ημερίδας για τα γήπεδα γκολφ
• ΚΑΤΕΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ΣΕ ΑΡΧΕΙΟ .doc ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ! (660k)
Γήπεδα Γκολφ: Παραπομπές
Ο Πόλεμος του Γκολφ στην Ιερή Κοιλάδα του Μεξικού

Φράγμα στο φράγμα Αποσελέμη!!!
 
Τα συμπεράσματα της επιστημονικής ημερίδας για το φράγμα στον Αποσελέμη (.doc)
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ - ΠΕΡΙΛΗΨΕΙΣ - ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ
Το φράγμα στον Αποσελέμη είναι διάτρητο!

ΠΛΟΗΓΗΣΗ ΣΤΟ ECOCRETE: Στην Κεντρική Σελίδα του ecocrete θα βρεις παραπομπές για τα 60 τελευταία άρθρα. Για να διαβάσεις παλαιότερα άρθρα, πήγαινε στις σελίδες των
οικολογικών ομάδων και στο αρχείο άρθρων όπου μπορείς να τα αναζητήσεις θεματικά. Μπορείς ακόμη να χρησιμοποιήσεις την ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ.
Θα βρεις επίσης πάνω από 700 παραπομπές στη σελίδα ΣΥΝΔΕΣΕΙΣ


ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ | ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΟΜΑΔΕΣ | ΑΡΧΕΙΟ ΑΡΘΡΩΝ | ΣΥΝΔΕΣΕΙΣ | ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ | ΔΡΑΣΕ ΤΩΡΑ! | ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΔΙΑΚΟΠΕΣ | ΒΙΒΛΙΑ-ΤΥΠΟΣ κ.α.
©2001 - 2004, Ecocrete, All Rights Reserved.
WebSite Created and Hosted by metrovista creative media, Heraklion.