«Ο ύπνος μας παχαίνει...;» Μύθος ή πραγματικότητα; |
|
|
ΑΡΧΕΙΟ ΑΡΘΡΩΝ -
Υγεία
|
Ταλιούρη Ειρήνη
,
Τετάρτη, 13 Ιούνιος 2007
|
«Πιο αδύνατοι όσοι κοιμούνται περισσότερο»...και όμως ναι, ισχύει. Ερχόμενο σε αντίθεση με την πεποίθηση που κυριαρχεί στις ημέρες μας ότι ο ύπνος παχαίνει, παρασυρόμενοι από το πρότυπο ζωής, στο οποίο η υπερβολική εργασία κυριαρχεί και κάθε εργατοώρα αμείβεται, ενώ η εργασιακή ημέρα διαρκεί περισσότερο από ότι στο παρελθόν. Σε έρευνα 1000 ατόμων (τμήμα Ιατρικής, Πανεπιστήμιο Βιρτζίνια), που ερευνούσαν τη σχέση ύπνου και σωματικού βάρους, το συμπέρασμα ήταν ότι όσοι κοιμούνται λιγότερο ποιοτικά, έχουν αυξημένο σωματικό βάρος σε σχέση με αυτούς που κοιμόντουσαν πιο ποιοτικά.
Η λέξη «ποιοτικά», απαντά στο ερώτημα «Πόσες ώρες ύπνου είναι αρκετές;»... Όσο πιο βαθιά κοιμόμαστε τόσο πιο ξεκούραστοι αισθανόμαστε μετά. Κάποιοι χρειάζονται 5 ώρες και κάποιοι άλλοι 10. Δεν μετρά η ποσότητα άρα, άλλα η ποιότητα του ύπνου που κάνουμε.
Η διαδικασία του ύπνου χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερα υψηλή βιολογική αξία. Αποτελεί παράγοντα ενίσχυσης της άμυνας του οργανισμού και μία από τις βασικότερες λειτουργίες του οργανισμού, όχι μόνο του ανθρώπινου. Αν και όμως αποτελεί τόσο σημαντική λειτουργία ζωής, το «Γιατί κοιμόμαστε;» αποτελεί ένα από τα μεγάλα αναπάντητα ερωτήματα στην επιστήμη της Βιολογίας. Σίγουρα, γνωρίζουμε πολλά περισσότερα από ό,τι πριν πενήντα χρόνια, όμως όχι αρκετά και αυτό διότι ο εγκέφαλος είναι πιο περίπλοκος από ότι νομίζουμε.
Η διαδικασία του ύπνου εξυπηρετεί κάποιο άγνωστο βιολογικό σκοπό, διότι ενώ δυσκολεύει βασικές ζωτικές λειτουργίες, όπως την αναπαραγωγή, την προστασία των μικρών, την συλλογή τροφής, την πνευματική εργασία, παρόλα αυτά δεν αποτελεί «κλείσιμο του διακόπτη», αλλά ενεργή, οργανωμένη, οργανική λειτουργία. Επίσης, τα ερωτηματικά μεγαλώνουν όταν σκεπτούμε ότι ο ύπνος δεν είναι μονάχα για ξεκούραση, μιας και ακόμη και οι ξεκούραστοι νυστάζουν.
Η σημασία του ύπνου στη ζωή μας είναι εμφανής, κυρίως όταν τον χάνουμε για μεγάλα χρονικά διαστήματα, δηλαδή έχουμε αϋπνίες. Σε πείραμα με αρουραίους, που είχαν να κοιμηθούν 2 με 3 εβδομάδες, το αποτέλεσμα ήταν ο θάνατος τους, πιθανότατα από μαζική απώλεια θερμότητας. Συνήθως, τα προβλήματα που γεννούνται από την έλλειψη ύπνου σχετίζονται με την ψυχική μας υγεία (πνευματική διαύγεια, κρίση, συγκέντρωση, νεύρα, κατάθλιψη κ.α), αλλά και την σωματική μας υγεία (υπέρταση, κούραση, καρδιοπάθειες, οστεοπόρωση, φλεγμονές, μορφές καρκίνου, παχυσαρκία κ.α).
Σε συνθήκες αϋπνίας για μεγάλα χρονικά διαστήματα, έχουμε μεταβολικές διαταραχές, που έχουν ως αποτέλεσμα να αυξάνουν την όρεξη μας και συνήθως να τρώμε τροφές χαμηλής θρεπτικής αξίας και υδατάνθρακες. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα τη λήψη βάρους, μιας και η έλλειψη ύπνου αποτελεί μήνυμα για τον οργανισμό μας έλλειψης ενέργειας, άρα έχουμε ακατάσχετη επιθυμία για φαγητό και έτσι καταλήγουμε σε καταστάσεις παχυσαρκίας και όχι μόνο. Η όλη αυτή κατάσταση για τον οργανισμό μας είναι παρόμοια με το «στρες», όπου και εκκρίνεται ορμονικό «κοκτέιλ» και μέσω μηχανισμών συμβάλλει στη δημιουργία πάχους.
Μία άλλη εξήγηση είναι ότι άτομα με αρκετές ώρες ύπνο, κινούνται περισσότερο όταν είναι ξύπνιοι, έτσι καταναλώνουν και περισσότερες θερμίδες.
Σύμφωνα με την επιστημονική βιβλιογραφία, έχουν καταγραφεί αυξανόμενα ποσοστά παχυσαρκίας σε εφήβους και παιδιά που είχαν την τάση να κοιμούνται αργά το βράδυ και να ξυπνούν νωρίς το πρωί. Αυτό συμβαίνει για τον ίδιο λόγο που περιγράφεται παραπάνω, δηλαδή διαταραχή του μεταβολισμού, με αποτέλεσμα τη δημιουργία παχυσαρκίας, διαβήτη κ.α Παράλληλα, τα παιδιά που δεν κοιμούνται αρκετά, ξυπνούν κουρασμένα και έχουν μειωμένη διάθεση να γυμνάζονται, με αποτέλεσμα και αυτό να οδηγεί σε αυξημένες πιθανότητες παχυσαρκίας. Τέλος, εκτιμάται ότι η απώλεια ύπνου σε μικρή ηλικία πιθανώς να αλλοιώνει μηχανισμούς που ρυθμίζουν την όρεξη και τη δαπάνη ενέργειας του οργανισμού. Ιδιαίτερα στους εφήβους οι λίγες ώρες ύπνου είναι χαρακτηριστικό, αν και λόγο της εφηβικής τους ανάπτυξης χρειάζονται περισσότερες .Σε χαρακτηριστική έρευνα στο πανεπιστήμιο του Warwick, αποκαλύφθηκε ότι η στέρηση ύπνου σχετίζεται με διπλάσιο κίνδυνο για παχυσαρκία σε παιδιά αλλά και σε ενήλικες.
Ένας μύθος που πρέπει να καταρριφθεί είναι ότι με την αύξηση της ηλικίας μειώνονται και οι ανάγκες για ύπνο. Ίσως οι ενήλικες να μπορούν να ξυπνούν πιο συχνά κατά τη διάρκεια της νύχτας σε σχέση με τους νεώτερους, όμως οι ανάγκη τους σε ύπνο δεν είναι μικρότερη. Ενήλικες με 5 ώρες ύπνο, σε έρευνα, εμφάνισαν να έχουν 15% υψηλότερα ποσοστά γκρελίνης και 15% χαμηλότερα ποσοστά λεπτίνης στο αίμα σε σύγκριση με ενήλικες που είχαν ύπνο διάρκειας 8 ωρών.
Γιατί αυτό το συμπέρασμα είναι σημαντικό; Διότι η γκρελίνη, είναι μία ορμόνη που παράγεται στο στομάχι και δίδει στον εγκέφαλο το αίσθημα της πείνας, ενώ η λεπτίνη είναι ορμόνη που παράγεται στον λιπώδη ιστό όταν τα επίπεδα ενέργειας είναι χαμηλά και καταστέλλει την αίσθηση της όρεξης. Τα επίπεδα των ορμονών αυτών επηρεάζονται ακόμη και μετά από λίγες νύχτες στέρησης ύπνου. Οπότε ακόμη και αν κατά τη διάρκεια των προσπαθειών μας για δίαιτα και απώλεια κιλών, υπάρχει στέρηση ύπνου, η επιτυχία είναι περιορισμένη.
Σε έρευνα στo Care Western University (Οχάιο), που ξεκίνησε το 1986 σε 70.000 μεσήλικες γυναίκες, κάποια από τα αποτελέσματα της έρευνας έδειχναν ότι γυναίκες με 5 ώρες ύπνο, είχαν αυξημένο σωματικό βάρος κατά 2,45 κιλά μέσο όρο σε σχέση με γυναίκες που κοιμόντουσαν 7 ώρες τη νύχτα. Επίσης, γυναίκες, με λιγότερο από πέντε ώρες ύπνο, είχαν 32% πιθανότητες να αποκτήσουν πολύ περισσότερο βάρος – περίπου 0,7 κιλά το χρόνο- σε σύγκριση με γυναίκες που κοιμούνται 7 ώρες τη νύχτα(φαντασθείτε αυτό σε 10 χρόνια διάρκεια).
Είναι γεγονός ότι η επιδημία της παχυσαρκίας βαδίζει παράλληλα με την «σιωπηρή» επιδημία της στέρησης ύπνου και αναμένεται να λάβει την πρώτη θέση, την οποία κατέχει το κάπνισμα, μέχρι στιγμής, ως αιτία θανάτου που μπορεί να προληφθεί. Σε έρευνα του Υπουργείου Υπηρεσίας Υγείας στην Καλιφόρνια, για το πώς επηρεάζεται το σωματικό βάρος από τη διάρκεια του ύπνου, σε κατοίκους αγροτικών περιοχών, σε 990 εθελοντές στην γεωργική κομητεία της Ν.Α. Αιόβα, διαπιστώθηκε άμεση συσχέτιση του ΔΜΣ(Δείκτης Μάζας Σώματος:προκύπτει όταν διαιρεθεί το σωματικό βάρος ΅σε krgΆ με το τετράγωνο του ύψους ΅σε mΆ. Οι τιμές 20-25 είναι φυσιολογικές, 25-30 δηλώνουν υπέρβαρο άτομο και 30 και πάνω δηλώνουν υπέρβαρο.) με τον βραχύ ύπνο( δηλαδή λιγότερο από 6 ώρες).¶ρα η αύξηση της διάρκειας του ύπνου, έστω και μία ώρα, για μεγάλο χρονικό διάστημα, επηρεάζει το σωματικό βάρος ενός υπέρβαρου ή παχύσαρκου.
Λίγο πριν το τέλος, αξίζει να αναφερθεί η φιλοδοξία κάποιων Ιταλών ερευνητών της ESA, με σκοπό να επιβεβαιωθεί για ακόμη μία φορά η αλληλένδετη σχέση της παχυσαρκίας με τον «καλό» ύπνο μας, οι οποίοι πειραματίζονται μία ουσία (DADLE: D-αλανίνη, D-λευκίνη, εγκεφαλίνη)που σε εδαφόβιους σκίουρους προκαλεί «χειμερία νάρκη» το καλοκαίρι και επιθυμούν να την συσχετίσουν με την ιδέα για έναν «τεχνητό ύπνο» πολλών μηνών σε αστροναύτες που ταξιδεύουν για μεγάλο χρονικό διάστημα, με σκοπό εκτός της μείωση του ψυχολογικού κόστους και, μέσω της επιβράδυνσης του μεταβολισμού τους, την εξοικονόμηση τροφίμων και οξυγόνου.
Ο «καλός» ύπνος, μεσημεριανός και νυχτερινός μας προστατεύει από ασθένειες, βοηθά στην ασφάλεια μας, συμβάλλει στη διατήρηση κανονικού βάρους, ενώ βελτιώνει και τις ψυχικές και πνευματικές μας ικανότητες. Ένα κίνητρο είναι να σκεπτόμαστε πως αν κοιμόμαστε σχεδόν σταθερά περίπου 7 ώρες τη νύχτα για μεγάλο χρονικό διάστημα, μπορούμε να χάσουμε περιττά κιλά και να κερδίσουμε μακροζωία.
Ταλιούρη Σ. Ειρήνη Βιολόγος bioeir@yahoo.gr
. ecocrete.gr . |
|