Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΕΙΔΩΝ Υπάρχουν μερικές παραδοχές για την προστασία των ειδών: «Όσο μεγαλύτερος είναι ο πληθυσμός ενός είδους τόσο αυτό είναι ασφαλέστερo». Και ο πληθυσμός είναι μεγαλύτερος όσο μεγαλύτερος είναι ο βιότοπος του. Κατά ένα υπολογισμό όταν ο πληθυσμός ενός είδους ξεπερνά τα 500 άτομα, οι πιθανότητες διάσωσης στο απώτερο μέλλον είναι καλές. Επομένως η πρώτη και θεμελιώδης ιδέα προστασίας εστιάζεται στην προστασία των βιοτόπων και στη διατήρηση των πληθυσμών σε όρια που δεν πέφτουν χαμηλά. Συνήθως όμως πρόκειται για ορεινές περιοχές που είναι δύσβατες και όχι επιδεκτικές οικονομικής ανάπτυξης όπως ο Όλυμπος, ο Βίκος, η Βάλια Κάντα, οι ¶νδεις, Η Σιέρρα Νεβάδα, το Γιέλοουστοουν. Σε αντίθεση οι ακτές, οι υγρότοποι, τα τροπικά και τα παραποτάμια δάση έχουν μικρή ουσιαστική προστασία συχνά ονομαστική, "στα χαρτιά" μόνο, επειδή αποτελούν αντικείμενο άμεσης οικονομικής εκμετάλλευσης. Ούτε μπορεί να επαναπαυτεί κανείς αφήνοντας τη διαχείριση βιοτόπων πλανητικής σημασίας στους ιθαγενείς, οι οποίοι, με μια ρομαντική διάθεση, έχουν θεωρηθεί οι καλοί σ΄ένα κόσμο κακών, που με την παραδοσιακή κουλτούρα τους έχουν επιτύχει την αρμονική συμβίωση ανθρώπων και φύσης. Πολλές φορές έχουν αποδειχθεί ικανότατοι στην εξαφάνιση των ειδών. Και πρόσφατα είδαν τη δημοσιότητα τέτοιες άσχημες ιστορίες: Οι Ινδιάνοι Καγιάπο του Αμαζονίου κατηγορούνται ότι πλουτίζουν σε βάρος του δάσους που υποτίθεται ότι προστατεύουν. Ο αρχηγός τους, χάρη στο εμπόριο ξυλείας μαονιού, έχει αγοράσει αυτοκίνητα, σπίτια και έχει αναμιχθεί σε υποθέσεις πορνείας. Υλοτόμοι και μέλη της φυλής ευρίσκονται σε αρμονία για την προώθηση του εμπορίου ξυλείας. Η πραγματικότητα είναι ότι όταν οι ινδιάνοι γνώρισαν τον "δυτικό" τρόπο ζωής, απέκτησαν τις αντίστοιχες ανάγκες και, εν πολλοίς από ανάγκη καταστρέφουν το δάσος. Μολονότι επ΄ουδενί λόγω δεν μπορούν να έχουν μεγάλες καταστροφικές δυνατότητες θα πρέπει να μην είναι κανείς αφελής όταν πρόκειται για την προστασία του περιβάλλοντος. Οι εθνικοί δρυμοί, που αποτελούν παγκοσμίως τα σημεία όπου κατ’ εξοχήν προστατεύονται τα είδη, είναι ουσιαστικά παραμελημένοι. Παρά τις απαγορεύσεις και τους αυστηρούς κανονισμούς επί χάρτου, στην Ελλάδα οι δρυμοί ευρίσκονται στο έλεος οιουδήποτε επισκέπτη, ακόμη και κυνηγών. Αλλά ακόμη και στις λεγόμενες προηγμένες χώρες, όπως η Ιαπωνία, η κατάσταση ενίοτε δεν διαφέρει: Ο Εθνικός Δρυμός Σιρετόκο που συνίσταται από 370.000 στρέμματα έχει έναν μόνο φύλακα. Και στην Καραβαική, από τα 100 θαλάσσια πάρκα μόνο τα 16 έχουν ικανοποιητικό προϋπολογισμό και επαρκή αριθμό φυλάκων. Είναι λοιπόν σαφές ότι η υφιστάμενη προστασία των βιοτόπων και των δρυμών είναι ανεπαρκής, και ότι χρειάζεται εκτός από τη βούληση και τη δαπάνη. Η αλήθεια είναι ότι καμιάς δαπάνης δεν πρέπει να φεισθούμε μπρος στο όφελος της διάσωσης των ειδών. Η ατυχία όμως ευρίσκεται στο ότι το όφελος δεν ποσοτικοποιείται καθόλου εύκολα, ούτε είναι τελείως προφανές. Ένα περαιτέρω εμπόδιο αποτελεί το γεγονός ότι, για να εκτιμήσει κανείς την αξία και σημασία των ειδών, χρειάζεται συνεχή εκπαίδευση, που δεν είναι εφικτή αν δεν αναληφθεί συντονισμένη εκστρατεία από τα σχολεία όλων των βαθμίδων και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Μια ακόμη δυσκολία, είναι ότι ο καθένας αντιμετωπίζει το πρόβλημα ανάλογα με την ειδικότητα του και όχι σφαιρικά. Οι αγρότες λόγου χάρη, συνεχίζουν τις χημικές καλλιέργειες που συντελούν στην εξαφάνιση των ειδών, οι μηχανικοί σκέφτονται μόνο τα τεχνικά προβλήματα της εκτροπής του Αχελώου και σπανίως τα οπεριβαλλοντικά, οι πολεοδόμοι σχεδιάζουν οικισμούς και δρόμους εκεί που ήταν παρθένα η φύση, οι πολιτικοί παίρνουν αποφάσεις σε βάρος του περιβάλλοντος, οι επαγγελματίες και οι πολίτες εν γένει ξεχνάνε εύκολα και συνεχίζουν την ζωή τους σαν να μην υπήρχαν αυτά τα προβλήματα. Είναι σημαντικό να γίνει κατανοητή από τις αρχές η σημασία των ειδών και η σημασία της διάσωσής τους και από εκεί να εκκινήσουν οι μηχανισμοί προστασίας, οι οποίοι χωρίς τη λαϊκή υποστήριξη δεν είναι δυνατόν να λειτουργήσουν. Πρέπει να υπάρχουν εκτεταμένες περιοχές οι οποίες να μην είναι προσβάσιμες από οχήματα και οι επισκέπτες να ελέγχονται αποτελεσματικά. Κάθε δρόμος που ανοίγει και κάθε ελεύθερη πρόσβαση τουριστών θα οδηγήσει κατ΄ανάγκην κάποια είδη τουλάχιστον σε τοπική μείωση ή εξαφάνιση. Στην Ελλάδα, αν το Υπουργείο Χωροταξίας και Περιβάλλοντος δεν ασχοληθεί σύντομα με σοβαρότητα με το περιβάλλον και όχι με τη νομιμοποίηση αυθαιρέτων και την επέκταση των οικισμών, σε ελάχιστα χρόνια από τώρα η εναπομένουσα χλωρίδα και πανίδα θα είναι θλιβερή υπόμνηση του λαμπρού παρελθόντος. Για να γίνει αυτό αποδεκτό, πρέπει να υπάρξει εκπαίδευση τακτική από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης αλλά και αξιόπιστη αστυνόμευση. Χρειάζεται δηλαδή βούληση και χρήμα. Δεν μπορεί να διανοηθεί κανείς καλύτερη και σημαντικότερη επένδυση από αυτή, η οποία όμως χρήζει άμεσης δράσης. Οι υγρότοποι που θεωρητικά προστατεύονται από τη Συνθήκη Ραμσάρ πρέπει να προστατευθούν πρακτικά. Βαθμιαία αποξηραμένες περιοχές πρέπει να πλημμυρίσουν, λαμβάνοντας υπόψη τους ανθρώπους που θίγονται οικονομικά, και η πρόσβαση σε αυτές να περιορισθεί σημαντικά. Στο μέλλον, πρέπει να υπολογισθεί η επίδραση της επερχόμενης ανόδου της θάλασσας και να γίνουν αναχώματα, αλλά και να υπάρχει πρόσβαση των ειδών προς τα ανάντη των ποταμών, για να έχουν χώρο υποχώρησης. Οι παραλίες πρέπει επίσης να προστατευθούν από την αυθαίρετη δόμηση και, όπου είναι δυνατόν, να σταματήσει η λεγόμενη "ανάπτυξη" και να υπάρξει προστασία. Κάθε παραλία που δεν έχει ακόμη κτίρια, αυθαίρετα κακής αισθητικής, τενεκεδένιες καντίνες και παντοειδή σκουπίδια δεν πρέπει να μετατραπεί σε τέτοια. Προστασία σημαίνει αξιόπιστη αστυνόμευση αλλά και εκπαίδευση των τοπικών παραγόντων. Η βιωσιμότητα μεγάλων έργων όπως αυτό της εκτροπής του Αχελώου και του φράγματος Αποσελέμη πρέπει να επανεξετασθούν. Κατεστραμμένες περιοχές να αποκατασταθούν με περίσκεψη, καμένα δάση να δενδροφυτευθούν, αλλά όχι ερασιτεχνικά με ένα είδος πεύκης όπως γίνεται συνήθως. Το φυσικό περιβάλλον χαρακτηρίζεται από ποικιλία, η οποία είναι και η κινούσα δύναμη της επιβίωσης. Οι λύσεις φαίνονται τόσο στοιχειώδεις που θα μπορούσε να απορήσει κανείς για την έλλειψη τους. Όταν όμως ληφθούν υπόψη η αδιαφορία, τα συμφέροντα και το πλέγμα των οικονομικών δραστηριοτήτων, τότε παύει να υφίσταται απορία. Εν τούτοις, αν υπολογισθούν τα μακροχρόνια οφέλη, τότε απομένει μόνο η αδιαφορία, η οποία με την εκπαίδευση μπορεί να πάψει να υφίσταται. Μανόλης Βουτυράκης Φυσικός Περιβαλλοντολόγος Πρόεδρος του Συλλόγου Προώθησης των Α.Π.Ε. στην Κρήτη (Σ.Π.Α.Π.Ε.Κ.Ε.Ε.Κ.) spapekeek@her.forthnet.gr . ecocrete.gr . |