Η ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΚΡΙΣΗ ΕΧΕΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΡΙΖΕΣ Η συμπεριφορά των κοινωνιών μας απέναντι στον πλανήτη θα μπορούσε να παρομοιαστεί με τη συμπεριφορά κάποιου που εκμεταλλεύεται εξαντλητικά την ιδιοκτησία του χωρίς να ενδιαφέρεται για την αυριανή κατάσταση της, όντας σίγουρος ότι κάπου αλλού θα μπορέσει να κατοικήσει και να ζήσει. Η αλαζονεία αυτή είναι εγκληματική: δεν είμαστε ιδιοκτήτες αυτού του μικρού ουράνιου σώματος. Και ακόμη, αυτά που σήμερα καταναλώνουμε με πρωτοφανή ελαφρότητα τα στερούμε από τα απιδιά μας. Υπάρχει λοιπόν μια περιβαλλοντική κρίση που εκφράζεται, με την εξαφάνιση των δασών, την διάβρωση των εδαφών, την εξαφάνιση των ειδών, τις κλιματικές αλλαγές, την υποβάθμιση της ποιότητας ζωής, την απειλή της υγείας μας από την ρύπανση και την μόλυνση κ.α, αλλά και με τεχνολογικές επιλογές που μέχρι σήμερα υπαγορεύτηκαν από συγκεκριμένες οικονομικές προτεραιότητες, με βασικό κριτήριο τη μεγιστοποίηση του κέρδους, αδιαφορώντας ουσιαστικά για το περιβαλλοντικό κόστος. Ήδη από τις αρχές του 18ου αιώνα, οι οικονομικές δραστηριότητες απέκτησαν οικουμενικό χαρακτήρα, ενώ ο όγκος των διεθνών οικονομικών ανταλλαγών αυξήθηκε κατά 800 φορές αντιπροσωπεύοντας πλέον το 30% του παγκόσμιου οικονομικού προϊόντος. Ο ιλιγγιώδης, αλλά βέβαια άνισος ανάμεσα στις διάφορες χώρες, ρυθμός ανάπτυξης αυτών των δραστηριοτήτων, κυρίως στους τομείς της γεωργίας, της βιομηχανίας και της ενέργειας, οδήγησε στη σοβαρή οικολογική υποβάθμιση του πλανήτη. Οι παρεμβάσεις που έγιναν μέχρι σήμερα για την αναίρεση της ρύπανσης, εξαιτίας της παρουσίας των συγκεκριμένων δραστηριοτήτων, δεν υπήρξαν ιδιαίτερα αποτελεσματικές, γιατί στόχευαν κυρίως στον περιορισμό των εκπομπών ρύπων με την ανάπτυξη αντιρρυπαντικών συστημάτων. Αλλά όμως αποκαλύφθηκε ότι λίγες επιτυχημένες επεμβάσεις ήταν εκείνες που προσανατόλισαν προς την κατεύθυνση του ελέγχου της ρύπανσης στην πηγή, δηλαδή σε αλλαγή της τεχνολογίας που οδηγεί στην παραγωγή των ρύπων. Προκύπτει, έτσι, ότι το πρόβλημα της ποιότητας του περιβάλλοντος είναι αναπόσπαστα δεμένο με την τεχνολογία που χρησιμοποιείται στο σύστημα παραγωγής. Σ’ αυτό δε το πλαίσιο τονίζεται πώς η βελτίωση του περιβάλλοντος δεν μπορεί να είναι μια πράξη πολιτικά ουδέτερη, καθώς ούτε η τεχνολογία που εφαρμόστηκε ήταν ουδέτερη. Η τεχνολογία αυτής της μορφής οδήγησε τελικά στην καταστροφή του περιβάλλοντος, αλλά επίσης και επειδή καθόρισε με αρνητικούς όρους τον τρόπο ζωής των πολιτών (απασχόληση, εργασιακές συνθήκες κ.α). Γίνεται με άλλα λόγια, φανερό πώς η περιβαλλοντική κρίση έχει οικονομικές ρίζες που είναι βαθιά χωμένες στην αναπτυξιακή διαδικασία και δεν μπορεί να ξεπεραστεί με ευχολόγια και στείρες αναφορές στις οικολογικές αρχές. Έτσι μόνον αν κυρωθούν οι αιτίες που οδήγησαν στα σημερινά αδιέξοδα μπορεί να υπάρξουν οι προϋποθέσεις για οικολογική αναβάθμιση. Προς αυτή δε την κατεύθυνση προσανατολίζεται μια οικολογική πολιτική, που, τόσο σε τοπικό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο, θα προωθεί τεχνικές εξοικονόμησης ενέργειας, ευνοώντας ταυτόχρονα τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας σε βάρος των ορυκτών καυσίμων και της πυρηνικής ενέργειας. Θα εστιάζει ταυτόχρονα στην αύξηση της εναλλακτικής γεωργίας, στοχεύοντας επίσης στη ουσιαστική βελτίωση του βαθμού απόδοσης στη χρήση του νερού. Θα πρέπει να προβλέπει την υποκατάσταση των προϊόντων της πετροχημικής βιομηχανίας από άλλα, συμβατά με το περιβάλλον, θα στοχεύει δε στην αποδυνάμωση του υπερτροφικού ρόλου των Ι.Χ. αυτοκινήτων προς όφελος των σιδηροδρόμων και των άλλων δημοσίων μεταφορικών μέσων. Η υλοποίηση αυτής της πολιτικής θα μας προσφέρει τη δυνατότητα να διεκδικήσουμε την επιβίωσή μας. Σε διαφορετική περίπτωση, το παγκόσμιο οικοσύστημα και η παγκόσμια οικονομία θ’ απειληθούν σοβαρά με κατάρρευση. Μανόλης Βουτυράκης Φυσικός Περιβαλλοντολόγος Πρόεδρος του Συλλόγου Προώθησης των Α.Π.Ε. στην Κρήτη (Σ.Π.Α.Π.Ε.Κ.Ε.Ε.Κ.) spapekeek@her.forthnet.gr . ecocrete.gr . |