Tο στοίχημα που δεν βάλαμε Tο περιβάλλον τις τελευταίες δεκαετίες δεν αντιμετωπίζεται ως στοιχείο ανταγωνιστικότητας ¶ρθρο του Δ. Καραβέλλα, διευθυντή της WWF Ελλάς από την Καθημερινή 24.04.05 Σε μια πρόσφατη συνέντευξή του (ειδική έκδοση Economist «Καθημερινής», Ιανουάριος 2005) ο πρωθυπουργός της χώρας Κωνσταντίνος Καραμανλής εκφράζει την πεποίθηση ότι η «Ελλάδα θα κερδίσει το στοίχημα για την ανάπτυξη και την ευημερία», όπως και «τη μάχη της ποιότητας, της αποτελεσματικότητας και της ανταγωνιστικότητας». Το ίδιο διάστημα, το υπουργείο Ανάπτυξης ονομάζει το 2005 Eτος Ανταγωνιστικότητας και ανακοινώνει μια σειρά από μέτρα που κεντρικό στόχο έχουν να καταφέρει η χώρα μας να επιβιώσει σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον ανταγωνιστικότητας, αλλά και να γίνει πιο δυνατός «εταίρος» στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Παράλληλα, μελετά κανείς τα σχετικά στοιχεία για τις επιδόσεις της Ελλάδας που δεν αφήνουν ιδαίτερα περιθώρια εφησυχασμού. Σε ειδική μελέτη του υπουργείου Ανάπτυξης για τη Στρατηγική της Λισσαβώνας, τα στοιχεία υποδεικνύουν τη σκληρή αλήθεια: η χώρα μας υπολείπεται κατά πολύ του ευρωπαϊκού μέσου όρου στους πιο σημαντικούς δείκτες επίτευξης των στόχων της στρατηγικής. Ποιο είναι λοιπόν ακριβώς το στοίχημα που έχει βάλει η παρούσα, αλλά και η προηγούμενη κυβέρνηση; Και για να επεκτείνω λίγο το ερώτημα χρησιμοποιώντας την ίδια παρομοίωση του στοιχήματος: ποια είναι τελικώς τα χαρτιά που διαθέτουμε και η αξιοποίηση των οποίων θα μας καταστήσει ως κράτος και ως κοινωνία πιο ποιοτικούς, πιο αποτελεσματικούς, πιο ανταγωνιστικούς; Eχουμε αξιολογήσει σωστά τα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα για να παίξουμε γερά στη μάχη της ανταγωνιστικότητας; Bιολογικός πλούτος Από την όποια τέτοια αξιολόγηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας, εδώ και πολλές δεκαετίες σταθερά απουσιάζει ένα πραγματικά δυνατό χαρτί – το φυσικό μας περιβάλλον. Με κριτήρια επιστημονικά αλλά και κοινωνικά και αισθητικά δεν είναι διόλου υπερβολικό να ισχυριστεί κανείς ότι η χώρα μας διαθέτει έναν σημαντικό πλούτο βιολογικών πόρων και ένα μοναδικό μωσαϊκό τοπίων και βιοτόπων. Και τι κάνουμε λοιπόν γι’ αυτό; Φροντίζουμε επιμελώς να αγνοήσουμε την παρουσία του, αλλά και εμμέσως πλην σαφώς, μέσα από συγκεκριμένες πολιτικές επιλογές, να το υποβαθμίσουμε και να το μειώσουμε, ποσοτικά και ποιοτικά. Παραθέτω μερικά ενδεικτικά παραδείγματα: - Παραμένουμε η μόνη χώρα στην Ε.Ε. χωρίς κεντρικό χωροταξικό σχεδιασμό και κτηματολόγιο. Ο βασικότατος αυτός πυλώνας για μια ολοκληρωμένη εθνική οικονομική στρατηγική παραμένει απών με δραματικές επιπτώσεις, τόσο στο φυσικό περιβάλλον όσο και στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας, αλλά και στην ποιότητα ζωής στον αστικό, περιαστικό και αγροτικό χώρο. - Ψηφίστηκε στη Βουλή νέος νόμος για τα δάση, άκρως περιβαλλοντοκτόνος που οδηγεί στον αποχαρακτηρισμό εκατομμυρίων στρεμμάτων δασών και δασικών εκτάσεων. - Σε πολλές άλλες χώρες με αξιόλογη βιοποικιλότητα όπως η δική μας, οι προστατευόμενες περιοχές –τα φυσικά πάρκα– έχουν οργανωθεί και λειτουργούν έτσι ώστε να διατηρείται η φύση ζωντανή, αλλά και να αποτελούν σημαντικό μοχλό τοπικής ανάπτυξης. Στην Ελλάδα λοιπόν –που παρεπιμπτόντως αναζητούμε την ποιοτική αναβάθμιση τουρισμού και συγχρόνως μιλάμε για αναζωογόνηση της υπαίθρου– δεν υφίσταται ουσιαστικά σύστημα οργάνωσης και διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών. Περιοχές πανευρωπαϊκής σημασίας, όπως η Ζάκυνθος, η Λίμνη Κορώνειας, η Πίνδος έχουν αφεθεί χωρίς στοιχειώδεις όρους διαχείρισης, χωρίς πόρους, χωρίς φύλαξη. Aποσπασματικές πολιτικές Το αξιοσημείωτο αυτό έλλειμμα πολιτικής δεν αφορά βέβαια μόνο το φυσικό περιβάλλον. Γενικότερα διαπιστώνεται μια αποσπασματική προσέγγιση στο θέμα περιβάλλον και σαφής μη ενσωμάτωσή του στους κρίσιμους παραγωγικούς τομείς. Πόσο «ανταγωνιστικοί» μπορούμε να θεωρούμαστε όταν οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου παρακολουθούν στενά την εξέλιξη του ΑΕΠ μας; Με άλλα λόγια, όποια οικονομική μεγέθυνση προκύπτει στη χώρα μας, συνοδεύεται και από αντίστοιχη αύξηση της απειλής για την αλλαγή του κλίματος και αθέτηση των δεσμεύσεών μας ως προς το Πρωτόκολλο του Κιότο; Για ποιαν ακριβώς «αποτελεσματικότητα» στοχεύουμε όταν έξι ελληνικές πόλεις βρίσκονται στο ευρωπαϊκό «top 10» των πόλεων με τις υψηλότερες συγκεντρώσεις αιωρούμενων μικροσωματιδίων; Πόσο «ποιοτικοί» μπορούμε να θεωρούμαστε όταν παρά τις ιδιαίτερα ευνοϊκές φυσικές συνθήκες της χώρας μας, οι βιολογικές καλλιέργειες δεν έχουν ακόμα ξεπεράσει το 2% των συνολικών καλλιεργειών της χώρας; Σε ό,τι αφορά τη βέλτιστη αξιοποίηση των πόρων του Γ΄ ΚΠΣ, πρόσφατη έρευνα του WWF Ελλάς ανέδειξε ότι για κάθε ευρώ που επενδύεται από το Γ΄ ΚΠΣ για την προστασία του περιβάλλοντος, επενδύονται 7 ευρώ σε έργα που καταστρέφουν ή υποβαθμίζουν το περιβάλλον! Αυτά και άλλα δυστυχώς πολλά παραδείγματα υποδηλώνουν το προφανές: όλες οι κυβερνήσεις των τελευταίων δεκαετιών δεν έχουν δει το περιβάλλον ως συστατικό στοιχείο ανταγωνιστικότητας και επίτευξης ευημερίας αυτής της χώρας και των πολιτών της. Θα συμφωνήσω με την άποψη που εκφράζει ο πρωθυπουργός στην προανεφερθείσα συνέντευξη ότι «στη σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα, μαγικές συνταγές για την οικονομική ανάπτυξη δεν υπάρχουν». Ελπίζω μόνο ότι κάποτε η συνταγή αυτή θα δει και την αξία και τη θέση που θα έπρεπε να κατέχει το περιβάλλον. Aλλωστε, ας μην αγνοούμε τα παραδείγματα στο εξωτερικό όπου η καλή κατάσταση του περιβάλλοντος αποτελούν σημαντικό κριτήριο για την προσέλκυση επενδύσεων και την δημιουργία θέσεων υψηλής απασχόλησης. Πέραν τούτου, και επειδή το είδος της δουλειάς μου επιβάλλει την αισιοδοξία, θέλω να πιστεύω ότι κάποτε θα εκτιμήσουμε και την αυτόνομη αξία του περιβάλλοντος και την ανάγκη να το προστατεύσουμε και να το διαχειριστούμε σωστά, έτσι για να υπάρχει, για μας και για τις γενιές που θα ακολουθήσουν. Αισιόδοξο είναι άλλωστε και το μήνυμα που βγαίνει από το Ευρωβαρόμετρο του 2005 – το συντριπτικό 75% των Ελλήνων απάντησε ότι θεωρεί την προστασία του περιβάλλοντος προτεραιότητα έναντι της ανταγωνιστικότητας, στοιχείο που μας κατατάσσει τη 2η χώρα στην Ευρώπη των «25», όσον αφορά τη θετική σημασία που αποδίδουμε στο περιβάλλον. Hμερομηνία: 24-04-05 Copyright: http://www.kathimerini.gr
. ecocrete.gr . |