Ο ΝΤΗ ΤΖΕΫ ΤΗΣ ΣΥΜΦΟΡΑΣ Είναι μερικά πράγματα που βγάζουν μάτι. Είτε διαφωνεί, είτε συμφωνεί κανείς με τη διοργάνωση της Ολυμπιάδας στην Αθήνα, δεν μπορεί να μην παρατήρησε ορισμένα πράγματα κυριολεκτικά «εκτός τόπου και χρόνου» στην τελετή έναρξης. Και τέτοιο, «εκτός τόπου και χρόνου» γεγονός ήταν η παρουσία των πολεμοκάπηλων Μπλερ και Μπους (πατέρα). Τι γυρεύει η αλεπού στο παζάρι; Τι γύρευαν οι πολεμοκάπηλοι στην Αθήνα, όταν αρνούνταν έστω και λίγες μέρες εκεχειρίας στο Ιράκ στη διάρκεια των Αγώνων, τη στιγμή που –υποκριτικά όπως αποδεικνύεται- υπέγραψαν τη διακήρυξη της Ολυμπιακής εκεχειρίας; Αλλά εκείνο που κυριολεκτικά έβγαζε μάτι ήταν η «μουσική» (καλύτερα «ηχητική») επένδυση της εισόδου των αθλητών στο Στάδιο. Αυτό κι αν ήταν πραγματικά «εκτός τόπου και χρόνου». Η «πρωτοτυπία» της μουσικής επένδυσης από κάποιον Ολλανδό ντισκ τζόκεϋ με ντίσκο (υποτίθεται) μουσική μετατράπηκε τουλάχιστον σε πανωλεθρία. Πρώτ’ απ’ όλα δεν επρόκειτο περί ντίσκο μουσικής, η οποία είναι χορευτική και συνήθως έχει και λόγια. Εμείς δεν είδαμε τους αθλητές και τους θεατές να χορεύουν, ούτε ακούσαμε λόγια στη «μουσική επένδυση» -πέρα από σκόρπιες φράσεις. Στην πραγματικότητα δεν επρόκειτο περί «μουσικής» αλλά περί «ηχητικής» επένδυσης. Όσο έμπαιναν οι αθλητές των 203 χωρών στο Στάδιο δεν ακουγόταν μουσική αλλά ένα κράμα βιομηχανικών ήχων, μηχανημάτων και φασαρίας από κυκλοφοριακή συμφόρηση στη μεγαλούπολη. Ποιο να ήταν άραγε το νόημα αυτής της (μη) μουσικής επιλογής; Είτε έγινα σκόπιμα, είτε ασυνείδητα (με όλες τις έννοιες της λέξης, την ψυχαναλυτική αλλά και τη συνήθη), το μήνυμα που εν τέλει έδινε αυτή η (μη) μουσική επιλογή ήταν εκείνο της υποταγής των τοπικών πολιτισμών και των λαών όλου του κόσμου στην κυρίαρχη (δυτική) κουλτούρα της βιομηχανοποιημένης «μουσικής». Οι μουσικές του κόσμου, οι γλώσσες των λαών εξαφανίστηκαν, ισοπεδώθηκαν κάτω από το βαρύ βιομηχανικό ήχο, το μηχανικό παραπροϊόν της δυτικής βιομηχανίας. Οι δε γλώσσες του κόσμου χάθηκαν εντελώς. Στην πραγματικότητα δεν ακουγόταν σχεδόν καθόλου ανθρώπινη γλώσσα (πέρα από την εκφώνηση των ονομάτων των χωρών), όλα υποτάσσονταν στο βιομηχανικό ήχο, στις μηχανές της δυτικής κουλτούρας, που εξαφανίζει εσχάτως την ανθρώπινη φωνή κι από την ίδια την προβαλλόμενη μουσική. Στην προβαλλόμενη δυτική μουσική τελευταία, η ανθρώπινη φωνή ακούγεται ελάχιστα, απόμακρα, σαν μέσα σ’ όνειρο, σαν μια ανάμνηση του παρελθόντος. Πλήρης αποπροσωποποίηση δηλαδή, απανθρωποποίηση για την ακρίβεια, κυριαρχία των μηχανών. Ένας παγκόσμιος πολιτισμός που εξαφανίζει την ανθρώπινη φωνή κάτω από τους ήχους των μηχανημάτων; Αλήθεια, πόσο διαφορετική και πραγματικά πανηγυρική θα ήταν η είσοδος των αθλητών στο Στάδιο, εάν συνοδευόταν από μουσική των χωρών τους; Όχι εθνικούς ύμνους αλλά λόγια και μουσική χαρακτηριστική της κάθε χώρας! Φανταστείτε τη βραζιλιάνικη ομάδα να έμπαινε κάτω από τους ήχους της σάμπας στην τραγουδιστή γλώσσα τους που όλοι θυμόμαστε από το Καρναβάλι! Τους Ισπανούς αθλητές κάτω από τους ήχους του φλαμένκο, τους Αργεντίνους με τη συνοδεία τανγκό του ¶στορ Πιατσόλα, τους Πορτογάλους με μπαλάντες φάντο της χώρας τους, τους Ιταλούς με τον Παβαρότι να τραγουδά όπερα ή με το Λούτσιο Ντάλα ή με τον ήχο της ταραντέλα, τους Κουβανούς στους ήχους της σάλσα, τους ¶ραβες, τους Αφρικανούς, τους Κινέζους με τις δικές τους μουσικές, στις δικές τους γλώσσες… Τότε η τελετή έναρξης θα ήταν ένα πραγματικό πανηγύρι των λαών, πανηγύρι των πολιτισμών, συνάντηση και ισότιμη συνύπαρξη τόσο διαφορετικών ανθρώπων. Αντ’ αυτού επιλέχτηκε η συνύπαρξη της ισοπέδωσης και της υποταγής. Συνυπάρχουν όλοι εδώ, υποταγμένοι στους ρυθμούς της δυτικής βιομηχανικής κουλτούρας, η οποία επιδιώκει να εμφανίζεται ως «κοινός παρονομαστής όλων» σε παγκόσμιο επίπεδο. Τελικά, αυτό εξέφραζε η επιλογή, συνειδητή ή ασυνείδητη του Ολλανδού ντισκ τζόκεϋ. Δε γράφουμε το όνομά του, ας θαφτεί κάτω από την άμμο της Ιστορίας, ας μην του χαρίσουμε ούτε καν τη δόξα του Ηρόστρατου (που κατέστρεψε το ναό της ¶ρτεμης στην Έφεσο για να μείνει το όνομά του στην Ιστορία!). Όπως κάτω από την άμμο της Ιστορίας ελπίζουμε ότι θα θαφτεί η (μη) μουσική επένδυση που επέλεξε για την είσοδο των αθλητών στο Στάδιο στην τελετή έναρξης της Ολυμπιάδας. Στην Ιστορία θα μείνουν οι μουσικές του Χατζιδάκι και του Θεοδωράκη, τα φάντος των Πορτογάλων, η ρέγγε των Τζαμαϊκανών, το μπλουζ των μαύρων σκλάβων, η σάλσα, η σάμπα, και το τάνγκο της λατινοαμερικάνικης κουλτούρας, το φλαμένκο των Ισπανών, οι ρυθμοί της Αφρικής, η μαγεία της Ανατολής, οι μελωδίες του κόσμου που θέλουν να ισοπεδώσουν με τα βιομηχανικά τους κατασκευάσματα οι κήρυκες της παγκοσμιοποίησης του τρόμου, των πολέμων και της καταστροφής της φύσης. Οι θεατές του Σταδίου έδωσαν μα πρώτη δική τους απάντηση σ’ όλα αυτά καταχειροκροτώντας τους αθλητές της Παλαιστίνης, του Ιράκ, του Αφγανιστάν και της Κούβας, όλους εκείνους που υποφέρουν αλλά αγωνίζονται ενάντια στην παγκοσμιοποίηση των πολέμων και των επεμβάσεων των ισχυρών του πλανήτη. Ο κόσμος μας είναι πολύ πιο πλούσιος από την πνευματική φτώχεια εκείνων που επέλεξαν κι εκείνων που εκφράζει ο ντη τζέϋ της συμφοράς. Φώτης Ποντικάκης Μέλος των Οικολόγων Πράσινων . ecocrete.gr . |